Σάββατο 16 Μαΐου 2015

Κυριακή του Τυφλού: «Ήταν πανευτυχής που ... είχαν βρει την πίστη στον Θεό.»



Κυριακή του Τυφλού σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί και στους ναούς μας ακούστηκε πριν λίγο το Αποστολικό ανάγνωσμα -το προερχόμενο από το ιερό βιβλίο Πράξεις Αποστόλων, της Καινής μας Διαθήκης- που μας διηγείται τα όσα συνέβησαν με τους Αποστόλους Παύλο και Σίλα στην πόλη των Φιλίππων, της Μακεδονίας μας. Ας ξανακούσουμε όμως σε απλούστερη γλώσσα το περιεχόμενο του αναγνώσματος, για να το κατανοήσουμε καλύτερα, πριν εμβαθύνουμε στα όσα πνευματικά έχει να μας πει.

Γράφεται λοιπόν στο ιερό κείμενο: «Εκείνες τις μέρες, καθώς πηγαίναμε εμείς οι απόστολοι στον τόπο της προσευχής, συνέβη να συναντήσουμε μια δούλη που είχε μαντικό πνεύμα και με τις μαντείες της απέφερε πολλά κέρδη στους κυρίους της. Αυτή ακολουθούσε τον Παύλο και τον Σίλα και φώναζε: «Αυτοί οι άνθρωποι είναι δούλοι του υψίστου Θεού, που μας κηρύττουν την οδό της σωτηρίας». Αυτό το έκανε πολλές μέρες. Ο Παύλος αγανάκτησε· γύρισε πίσω και είπε στο πνεύμα: «Σε διατάζω στο όνομα του Ιησού Χριστού να βγεις απ’ αυτήν». Την ίδια στιγμή βγήκε το πνεύμα. Όταν είδαν τ’ αφεντικά της ότι μαζί με το πνεύμα χάθηκε κι η ελπίδα του κέρδους που είχαν από την εργασία της, έπιασαν τον Παύλο και τον Σίλα και τους έσυραν στην αγορά για να τους παρουσιάσουν στις αρχές. Τους οδήγησαν μπροστά στους ανώτατους άρχοντες της πόλης και είπαν: « Αυτοί οι άνθρωποι είναι Ιουδαίοι και προκαλούν ταραχές στην πόλη. Θέλουν να εισαγάγουν έθιμα που δεν επιτρέπεται σ’ εμάς, που είμαστε Ρωμαίοι, να τα δεχτούμε ή να τα τηρήσουμε». Τότε ο λαός ξεσηκώθηκε εναντίον τους. Οι άρχοντες τους έσκισαν τα ρούχα και έδωσαν διαταγή να τους ραβδίσουν. Τους έδωσαν πολλά χτυπήματα και μετά τους έβαλαν στη φυλακή και έδωσαν εντολή στον δεσμοφύλακα να τους φυλάει ασφαλισμένους καλά. Αυτός, εφόσον πήρε μια τέτοια εντολή, τους έβαλε στο πιο εσωτερικό κελί και για λόγους ασφάλειας έσφιξε τα πόδια τους στην ξυλοπέδη. Γύρω στα μεσάνυχτα, ο Παύλος και ο Σίλας προσεύχονταν και έψελναν ύμνους στον Θεό· και τους άκουγαν οι φυλακισμένοι. Ξαφνικά έγινε σεισμός τόσο δυνατός, που σαλεύτηκαν τα θεμέλια της φυλακής. Αμέσως άνοιξαν όλες οι πόρτες, και τα δεσμά των φυλακισμένων λύθηκαν. Ο δεσμοφύλακας ξύπνησε· κι όταν είδε τις πόρτες της φυλακής ανοιχτές, έβγαλε το ξίφος του κι ήθελε να σκοτωθεί, νομίζοντας ότι οι φυλακισμένοι είχαν δραπετεύσει. Τότε ο Παύλος του φώναξε: «Μην κάνεις κανένα κακό στον εαυτό σου! Είμαστε όλοι εδώ». Ο δεσμοφύλακας ζήτησε να του φέρουν φώτα, πήδηξε μέσα στο κελί, και τρομαγμένος έπεσε στα πόδια του Παύλου και του Σίλα. Ύστερα τους έβγαλε έξω και τους ρώτησε: «Κύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;». Αυτοί του είπαν: «Πίστεψε στον Κύριο Ιησού Χριστό, και θα σωθείς κι εσύ και το σπίτι σου». Και κήρυξαν σ’ αυτόν και σ’ όσους ήταν στο σπίτι του τον λόγο του Κυρίου. Ο δεσμοφύλακας τους πήρε την ίδια εκείνη ώρα μέσα στη νύχτα κι έπλυνε τις πληγές τους· ύστερα βαφτίστηκε αμέσως ο ίδιος και όλη η οικογένειά του. Κατόπιν τους ανέβασε στο σπίτι του και τους έστρωσε τραπέζι. Ήταν πανευτυχής που κι αυτός και όλη η οικογένειά του είχαν βρει την πίστη στον Θεό»(Πράξεων, κεφ. 16, στίχ. 16-34).
Στις μέρες μας, όλα τα προηγούμενα, θα μπορούσαν να είναι το σενάριο μιας κινηματογραφικής ταινίας, που όπως συνήθως σ’ αυτές, έτσι και στο αποστολικό ανάγνωσμα που μόλις ακούσαμε, όλη η περιπέτεια και η ταλαιπωρία των δύο Αποστόλων του Χριστού, είχε «ευτυχές τέλος». Κι αυτό δεν ήταν άλλο, από την ευτυχία που έζησαν ο δεσμοφύλακας της πόλης των Φιλίππων και η οικογένειά του «...που είχαν βρει την πίστη στον Θεό», γνωρίζοντας δια των ιερών Αποστόλων, τον Ιησού Χριστό και βαπτιζόμενοι στο Άγιο όνομά Του.
Βέβαια εμάς, τους «μοντέρνους» Χριστιανούς, δεν μας φαίνεται και τόσο σπουδαίο αυτό. Έχουμε βαπτιστεί (και δυστυχώς τις περισσότερες φορές με απόλυτα κοσμικό τρόπο) όταν ήμασταν ακόμη βρέφη και δεν νιώσαμε (ούτε εμείς αλλά ούτε και το πλήθος των «καλοντυμένων» και συνήθως εκτός τόπου και χρόνου καλεσμένων μας) το μέγεθος αυτής της πνευματικής τιμής και χαράς. Για να την καταλάβουμε λίγο, ας φανταστούμε τη χαρά που θα ένιωθε ένας θαλασσοδαρμένος και απελπισμένος ναυαγός, που πνίγεται αβοήθητος μέσα στο πέλαγος, όταν βλέπει ξαφνικά να πλησιάζει ένα μεγάλο, ασφαλές καράβι και τον σώζει από βέβαιο θάνατο.
Ένα τέτοιο καράβι έσωσε και τον καθένα από μας. Είναι το καράβι της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, που επιδέξιος καπετάνιος της είναι ο ίδιος ο Χριστός, ναύτες και κωπηλάτες της είναι οι Άγιοι Απόστολοι, με βοηθούς τους διαδόχους τους στο έργο του Ευαγγελισμού του κόσμου, τους καλούς  επισκόπους και κληρικούς μας και επιβάτες της όλοι εμείς που μας αλίευσε το πνευματικό δίχτυ του Ευαγγελίου της αγάπης, μέσα από το αγριεμένο πέλαγος των παθών και της κακίας αυτού του κόσμου, στο οποίο βουλιάζαμε αβοήθητοι. Δεν είναι άραγε αυτό το γεγονός, αιτία και αφορμή παντοτινής χαράς; Ας αφήσουμε λοιπόν τον εαυτό μας να ζήσει σε όλο της το μεγαλείο αυτή τη χαρά! Αμήν.

αρχιμ.Διονύσιος Ανθόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...