Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Κυριακή ΙΓ΄ Λουκά: Από την στιγμή που αναγνωρίζουμε τις ελλείψεις μας γίνεται το ξεκίνημα της νίκης.



Κύριε τί να κάνω για να κληρονομήσω τον παράδεισο; αυτό ρώτησε ο πλούσιος της σημερινής ευαγγελικής περικοπής, ευλογημένοι μας Χριστιανοί, τον Κύριο και Θεό μας.
Και στην ερώτηση αυτήν τώρα εμείς που γνωρίζουμε τί πρέπει να κάνουμε αφού έχουμε το μήνυμα του Ευαγγελίου, θα πρέπει να ξέρουμε την απάντηση.
Φυσικά όλοι εμείς που θέλουμε να πάμε στον Παράδεισο, πιστεύουμε ότι μετά τον θάνατο υπάρχει ζωή.
Αλλιώς δεν θα το επιδιώκαμε σαν στόχο και προορισμό.
Το ερώτημα είναι, το πιστεύουμε όντως αυτό; Ή το εκλαμβάνουμε απλά σαν πληροφορία; Πιστεύουμε ότι υπάρχει ο Παράδεισος ή απλά τον αναφέρουμε σαν μια απλή λέξη, που την συναντήσαμε στα ιερά μας βιβλία;

Η Εκκλησία του Χριστού, μέσω του έργου των ιερέων που είναι η συνέχιση του έργου των Αποστόλων, έχει αναλάβει τον ρόλο μέσα από την διδασκαλία του μηνύματος του Ιερού Ευαγγελίου, να μας ενημερώσει για αυτές τις υποχρεώσεις μας προκειμένου μια ψυχή να μπει στον Παράδεισο.
Ἀνιχνευτὴς τοῦ οὐρανοῦ καὶ νοσταλγὸς τῆς χαρᾶς τοῦ παραδείσου ἐμφανίζεται, λοιπόν, και ὁ πλούσιος νέος του εὐαγγελίου. ὁ Κύριός μας τοῦ θύμισε τὶς ἐντολὲς τοῦ δεκαλόγου ποὺ μιλᾶνε γιὰ τὸ σεβασμὸ τῆς τιμῆς, τῆς ζωῆς, τῆς περιουσίας, τὰ καθήκοντα γιὰ τοὺς γονεῖς. Τοῦ ἔδειξε τὸ σωστὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἠθικὴ τελειότητα. Ἀλλά, σὰν ὁ πλούσιος εἶπε πὼς «ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου», ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε «ἔτι ἕν σοι λείπει». Ὅσο καὶ ἂν νόμιζε πὼς κατέχει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, δὲν ἦταν ἔτσι. Ὑστεροῦσε στὴν πνευματική του ζωή, ἀλλὰ δὲν τὸ καταλάβαινε.
 Εἶναι δύσκολο νὰ ἀπαντήσει κανεὶς στὸ ἐρώτημα «πόσες εἶναι ὁ στιγμὲς τοῦ ἀνθρώπου, ὅπου καταφέρνει νὰ ζῆ μὲ πλήρη αὐτοσυνειδησία», ὅταν τὶς περισσότερες ὧρες του τὶς περνᾶ χωρὶς καλά- καλὰ νὰ τὶς νοιώσει, νὰ τὶς ζεί. Βέβαια αὐτὸ συνέβαινε πάντα μὲ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ σήμερα μὲ τὸ κυνηγητὸ τῆς βιοπάλης καὶ τοῦ ἄγχους, μὲ τὴν πραγματικὴ αὔξηση τῶν ἀναγκῶν, ἐλάχιστος ἀπομένει χρόνος γιὰ τὰ μεγάλα ἐρωτήματα τοῦ τύπου «τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;». Σήμερα οἱ κοινωνικὲς ὑποχρεώσεις, αὔριο οἱ ἐπαγγελματικές, κατόπιν τὸ τεράστιο υφιστάμενο πρόβλημα της οικονομικής κρίσης, ὅλα αὐτὰ ἔρχονται νὰ ὑποτάξουν καὶ νὰ στραγγαλίσουν καὶ τελικὰ νὰ ἀφανίσουν τὴν ἐλευθερία τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς. 
Κάποτε αὐτὴ ἡ σκλαβωμένη ψυχή, ποὺ γιὰ νὰ προφθάσει ὅλα τὰ καθημερινὰ πράγματα καὶ νὰ ἱκανοποιήσει ὅλα τὰ ἐνδιαφέροντα πρέπει νὰ ὑποδουλωθεί, βρίσκει τὸ θάρρος νὰ τοποθετηθεί μπροστά στὸ μεγάλο τῆς ζωῆς ἐρώτημα· «Τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;». 
Ἀσφαλῶς ὁ νέος της περικοπῆς θὰ εἶχε πολλὰ πράγματα καταφέρει μέχρι τότε στὴ ζωή του, γιατί εἶχε πολλές δυνάμεις: τὴν νεότητά του, τὸν πλοῦτο του, τὴν διάθεσή του γιὰ ἐργασία, στόχους ἐπιτυχίες καὶ φιλοδοξίες.
  Φαίνεται ὅμως πὼς ὅλα αὐτὰ δὲν τὸν ἱκανοποιοῦσαν, δὲν τοῦ γέμιζαν τὴν ψυχή, δὲν τοῦ ἔδιναν τὴν πληροφορία ὅτι ὅλα πήγαιναν καλά.
Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ ἀνησυχία εἶναι ἡ ἀσίγαστη τῆς ψυχῆς ἐπιθυμία, ποὺ θέλει νὰ βάλει τὸν ἄνθρωπο στὸν δρόμο τῆς αἰωνιότητας. Γιατί μόνον αὐτὴ ξέρει πὼς ὅλες οἱ ἀνθρώπινες δραστηριότητες δὲν ἔχουν καμμία ἀξία, ἂν δὲν συντονίζονται στὴ συχνότητα τῆς αἰωνιότητας. Γιατί μόνον αὐτὴ ἀξιοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὰ ἐπιτεύγματά του. Θὰ ἄντεχε άραγε ὁ ἄνθρωπος τὴ ζωὴ στὴν γῆ χωρὶς νὰ τὴν νοηματίζει μὲ τὴν αἰωνιότητα ποὺ τοῦ προφέρει ὁ κόσμος τῆς ψυχῆς του;
Αυτό τὸ ἐρώτημα πρέπει πολὺ συχνὰ νὰ τὸ θέτει ὁ ἄνθρωπος στὸν ἑαυτό του. Νὰ ρωτάει μὲ εἰλικρίνεια «τί ἔκανα, γιὰ νὰ κερδίσω τὴν ἀθανασία;». Θὰ μετρήσει τὶς σκέψεις του μὲ τὴν αἰώνια λογική, θὰ ζυγίσει τὰ ἔργα του στὴ ζυγαριὰ τῶν αἰωνίων ἀξιῶν καὶ θὰ βάλει μέσα του τὴν ἀγωνία γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Θὰ φροντίσει να ἐπανορθώσει τὰ λάθη τῆς ζωῆς του σβήνοντάς τα μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετάνοιας καὶ ἐξομολόγησης.
Μὲ βαρειὰ καρδιὰ είδαν οἱ μαθητὲς τὸν πλούσιο νέο νὰ φεύγει μέσα στὸ σύννεφο τῆς λύπης ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν δυσκολία τῆς σωτηρίας, καθὼς ὁ Θεάνθρωπος τὴν ἀνέπτυξε καὶ τὴν στήριξε πάνω στὴ θυσία. Θὰ ἔλεγε κανεὶς πὼς καὶ οἱ μαθητὲς που τόσο κοντὰ ζοῦσαν μὲ τὸν Ἰησοῦ ἔχουν ἀπελπιστεί. Γι ̓ αὐτὸ ρωτοῦν τὸν διδάσκαλο «τὶς δύναται σωθῆναι;».  Καὶ ἡ απάντηση του Ἰησοῦ, ποὺ είναι συγχρόνως καὶ υπόσχεση, «τὰ ἀδύνατα παρ ̓ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν», αναπτερώνει τὸν άνθρωπο, τὸν γοητεύει, τὸν παροτρύνει νὰ ἐξασφαλίσει ένα πνευματικό κεφάλαιο, τοῦ προσφέρει τὴν βεβαιότητα γιὰ τὴν νίκη καὶ τὴν κατάκτηση τῆς σωτηρίας. Ὅ,τι γιὰ τὸν ἄνθρωπο είναι ἀφάνταστα δύσκολο ἢ ἀκατόρθωτο γιὰ τὸν Κύριο είναι μηδαμινό, γιατί Ἐκεῖνος θέλει τὴ σωτηρίας μας περισσότερο ἴσως ἀπὸ ὅ,τι ἐμεῖς, ἀφοῦ «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν» (Ματθ. 11-12) καὶ μένει σὲ μᾶς νὰ ασκήσουμε βία στὸν ἑαυτό μας γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό. 
Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ αναγνωρίζουμε τὶς ελλείψεις καὶ τὶς αστοχίες μας, γίνεται τὸ ξεκίνημα τῆς νίκης. Αν πιστεύουμε ὅτι υστερούμε έναντι τοῦ Θεού, τότε ἡ αγιότης δὲν είναι μακριά.
     Ὁ πλούσιος νέος τῆς παραβολής ήταν ελεύθερος ἀπὸ μεγάλες αμαρτίες. Τὸν πλούσιο αὐτὸν νέο τὸν ἐμπόδιζαν στὴν πνευματική του άνοδο καὶ τελειότητα τὰ πλούτη του καὶ ἡ προσκόλλησή του σὲ αὐτά. Έδινε μεγαλύτερη αξία στὰ υλικὰ αγαθά, τὰ πρόσκαιρα, παρὰ στὸν αιώνιο Θεό. Ἡ υπέρμετρη αγάπη του πρὸς τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κτήματα, τοῦ στέρησε τὴν ηθική τελειότητα καὶ τὸν απομάκρυνε ἀπὸ τὸν Θεό.
     Αδελφοί μου, ἡ Εκκλησία δὲν δικαιώνει ούτε τὸν πλούτο ούτε τὴν φτώχεια, ἀπὸ τὴν άποψη ὅτι ούτε φτωχὸς θὰ κληρονομήσει τὴν βασιλεία τοῦ Θεού, γιατί είναι μόνο φτωχός, ούτε θὰ τὴν χάσει ὁ πλούσιος μόνο καὶ μόνο, γιατί είναι πλούσιος. Μὲ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, απαλάσσει τὸν πρώτο ἀπὸ τὴν απόγνωση καὶ τὸν δεύτερο ἀπὸ τὴν φιλαργυρία, οπότε βγαίνει ἀπὸ τὸν εαυτό του, ανοίγεται ολοκληρωτικά στὸ Θεό καὶ τὸν αδελφό καὶ τότε απολαμβάνουν τὰ πάντα καὶ πλούσιοι καὶ φτωχοί. Αμήν

 αρχιμ. Θεόφιλος Λεμοντζής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...