Βρισκόμαστε μέσα στην πανευφρόσυνο ατμόσφαιρα,
ευλογημένοι μας Χριστιανοί, της Θείας Επιφανείας του Κυρίου μας
και η Ευαγγελική περικοπή που αναγνώσαμε σήμερα μας μιλάει για την αρχή του
κηρύγματος του Χριστού, λίγο μετά την Βάπτισή Του. Ένας στίχος λοιπόν από την περικοπή
μας μεταφέρει μια προφητεία του Προφήτου Ησαΐα, που λέει: “Ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν
σκότει εἶδε φῶς μέγα, καί τοῖς καθημένοις ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν
αὐτοῖς”. (Ματθ. 4, 16)
Αναφέρεται
εδώ ο Προφήτης σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, η οποία καθόταν όχι σε κάποιο αισθητό
σκοτάδι, αλλά στο σκοτάδι που προέρχεται από την πλάνη και την ασέβεια. Γι’ αυτό
και ονομάζει στη συνέχεια αυτό το νοητό σκοτάδι, “σκιά θανάτου’. Πράγματι, από τη
στιγμή που ο άνθρωπος εγκατέλειψε τον Θεό και εκδιώχθηκε από τον Παράδεισο, σιγά
– σιγά, σταδιακά, άρχισε να βυθίζεται σε ένα πνευματικό σκότος. Θέλησε να στηριχτεί
στις δικές του δυνάμεις και γνώσεις, αρνήθηκε τον Θεό, τον λησμόνησε, και απώλεσε
την εσωτερική πηγή του φωτός και της γνώσεως.
Η αμαρτία μας απομακρύνει από την όντως ζωή, δηλ.
τον Χριστό και την κοινωνία μαζί του. Σε μια τέτοια περίπτωση επέρχεται η έκπτωση
από τη θεία Χάρη. Η μετάνοια, όμως, μας ανορθώνει και μας επαναφέρει στον Θεό. Και
ο Θεός ως συμπαθής και φιλάγαθος και σπλαχνικός και πολυέλεος την αναμένει για να
μας ευεργετήσει και να μας σώσει. Δεν απορρίπτει το πλάσμα του ούτε το βδελύσσεται,
αλλά το αναμένει να μετανοήσει και να επιστρέψει σε αυτόν.
Σημειώνεται
πάντως ότι η μετάνοια επιλέγεται από τον άνθρωπο ελεύθερα. Τούτο σκιαγραφείται στο
Ευαγγέλιο διά της αναφοράς στις δύο οδούς, τις οποίες ο άνθρωπος έχει την ελευθερία
να ακολουθήσει˙ την πλατεία οδό, τη γεμάτη ανέσεις και ευκολίες και τη στενή, της
οποίας η διάβαση συνοδεύεται από θλίψεις. Η επιλογή της μίας ή της άλλης εξαρτάται
αποκλειστικά και μόνο από εμάς. Συμβουλές και προτροπές είναι δυνατόν να μας δώσουν
πολλοί, όμως, η απόφαση να ακολουθήσουμε τη μία ή την άλλη οδό έγκειται στη δική
μας θέληση. Η επιλογή της στενής οδού δεν σημαίνει τίποτα άλλο παρά τη ζωή της μετανοίας.
Η δε μετάνοια συνιστά ένα τρόπο ζωής, ο οποίος άγει στον Θεό και άρα στη σωτηρία.
Γι’ αυτό και δεν είναι στιγμιαία μεταμέλεια, αλλά ολοκληρωτικό δόσιμο στον Χριστό
και στο θέλημά του, με κατάληξη βέβαια τη βασιλεία των ουρανών
Η
μετάνοια, αδελφοί μου, αυτή η ουσία του κηρύγματος του Προδρόμου, των αποστόλων,
των προφητών, των πατέρων, το πρώτο κήρυγμα του ιδίου του Χριστού, είναι μια κατασυκοφαντημένη
και κακοποιημένη έννοια στις μέρες μας. Συνδέεται με μια ζωή απελπισίας, κακουχιών,
ύποπτης υποκριτικής θρησκευτικότητας, με έναν λόγο παρωχημένο, στομφώδη και φαρισαϊκό..
Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πώς μέσα στους κόλπους και την παράδοση
της μητέρας μας, της ορθόδοξης εκκλησίας, η μετάνοια είναι μια ζωή μακαριότητας,
δηλαδή μυστικής χαράς και ευτυχίας. Είναι η ευλογημένη χαρμολύπη, η πολιτεία των
ταπεινών και των αγνών ανθρώπων, αυτών για τους οποίους ο Χριστός είπε: «μακάριοι
αυτοί που πενθούν γιατί θα παρηγορηθούν».
Το
πένθος αυτό , δεν είναι πένθος κοσμικό, που μυρίζει θάνατο και απελπισία, αλλά είναι
ή ίδια η ζωή της κατά Χριστόν ταπείνωσης. Μιας ζωής που συναντάμε στους αγίους.
Σ’αυτούς που δεν ανέχονται την ντροπή και την ασθένεια
της αμαρτίας και ενώ είναι δίκαιοι και ευλαβείς συνειδητοποιούν την αμαρτωλότητα
και την ελαχιστότητα τους ενώπιον του Θεού.
Σ’αυτούς που δεν απαιτούν τα υψηλά, τα αξιώματα,τα
ις διακρίσεις, τους επαίνους και μένουν σαν νεκροί μπροστά στην απατηλότητα και
τη ματαιότητα του κόσμου.
Σ’αυτούς που ενώ αγαπούν την ζωή και δεν την αποστρέφονται,
ωστόσο ζουν μια ζωή λαθότητας, κρύβοντας την αρετή τους από τους άλλους και επιλέγουν
σαν τις μέλισσες απ’αυτόν τον κόσμο ότι αγνό,αυθεντικό και ψυχωφέλιμο, με διάκριση
και απλότητα.
Αυτούς που συναισθάνονται το υψηλό μυστήριο του
Θεού και καταγελούν όλη την ανθρώπινη ματαιότητα και πολυπραγμοσύνη.
Έχουν
περάσει δύο χιλιάδες χρόνια από την εποχή εκείνη που ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί
και μας προσέφερε το Φως της εν Χριστώ Ζωής. Εντούτοις παρατηρούμε και σήμερα να
κυριαρχεί το σκοτάδι της αγνωσίας του Θεού, και της αμαρτίας. Δεν είναι λίγοι οι
αδελφοί μας, ακόμα και κάποιοι χριστιανοί, που ζουν στην πλάνη και την ασέβεια.
Και αυτό το φαινόμενο οι εχθροί της πίστεώς μας θέλησαν να το χρεώσουν στο πρόσωπο
του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και στην αγία μας πίστη, και να δείξουν ότι τάχα απέτυχαν
του σκοπού τους. Ας προσέξουμε, όμως, μια λεπτομέρεια: όπως ο φυσικός ήλιος λάμπει,
αλλά δεν μπορεί να φωτίσει το εσωτερικό των οικημάτων αν δεν ανοίξουμε τις πόρτες
και τα παντζούρια, έτσι και ο νοητός ήλιος, ο Κύριος και Θεός μας, με τον ερχομό
Του στον κόσμο ανέτειλλε το ανέσπερο φως της Βασιλείας Του, αφήνοντας εμάς, μέσα
από την ελεύθερη βούληση και απόφασή μας, να αποδεχθούμε τον Θείο φωτισμό και να
κινηθούμε προς Αυτόν, την πηγή του φωτός και της δικαιοσύνης.
Αυτό
άλλωστε είναι και το νόημα όλων των εορτών που εορτάσαμε κατά την διάρκεια του Αγίου
Δωδεκαημέρου: η φανέρωση του Θείου φωτός στη ζωή μας και η προσωπική του καθενός
μας προσέγγιση και τελείωση εν Χριστώ. Και μάλιστα με τρόπο που σέβεται την ελευθερία
του ανθρώπου και προϋποθέτει τη δική μας συναίνεση και αποδοχή, τη δική μας συμμετοχή.
Αρκεί να σηκωθούμε από το σκοτάδι της απελπισίας και να κινηθούμε προς το Φως της
ζωής και της αληθείας, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Αμήν
αρχιμ. Θεόφιλος Λεμοντζής,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.