(Λουκ. 7.11-16)
«Καί προσελθών ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δέ βαστάζοντες
ἔστησαν, καί εἶπεν· νεανίσκε, σοί λέγω ἐγέρθητι».
Μία νεκρική πομπή ἐξέρχεται ἀπό τήν πόλη τῆς
Ναΐν τήν ὥρα πού ὁ Χριστός μέ τούς μαθητές του περνᾶ τήν πύλη τῆς πόλεως.
Ὁ θρῆνος καί ὁ ὀδυρμός τῶν ἀνθρώπων πού συνοδεύουν
τόν νεκρό κάνει τόν Χριστό νά πλησιάσει. Γνωρίζει, ἄλλωστε, τί συμβαίνει:
μία χήρα μητέρα ἔχει χάσει τόν μονογενῆ υἱό της, τό μονάκριβο παιδί της, τήν
ἐλπίδα καί τό στήριγμά της.
Ὁ φιλάνθρωπος Κύριος δέν ἦταν δυνατόν νά
μείνει ἀσυγκίνητος, καί γι᾽ αὐτό ἀγγίζοντας τό φέρετρο ἀπευθύνεται πρός τόν
νεκρό καί τόν καλεῖ νά σηκωθεῖ: «νεανίσκε, σοί λέγω ἐγέρθητι».
Μία ἁπλή προτροπή καί τό θαῦμα γίνεται, γιατί
αὐτός πού προτρέπει δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν Κύριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου,
δέν εἶναι ἄλλος ἀπό αὐτόν πού χαρίζει τή ζωή καί νίκησε τόν θάνατο, δέν εἶναι
ἄλλος ἀπό αὐτόν, στά χέρια τοῦ ὁποίου βρίσκεται ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, γιατί
αὐτός εἶναι ὁ δημιουργός της.
Γι᾽ αὐτό καί τό θαῦμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ νεκροῦ
τῆς Ναΐν δέν εἶναι μοναδικό. Δέν εἶναι μοναδικό, γιατί ὁ Χριστός δέν ἀνιστᾶ
μόνο νεκρούς σωματικά ἀνθρώπους ἀλλά καί νεκρούς ψυχικά. Ὅλα τά θαύματά
του, τά ὁποῖα περιγράφουν οἱ ἱεροί εὐαγγελιστές, ὅλες οἱ θεραπεῖες τῶν ἀσθενῶν,
στούς ὁποίους χαρίζει μαζί μέ τή σωματική ὑγεία καί εὐεξία καί τήν ἄφεση τῶν
ἁμαρτιῶν, εἶναι ἀναστάσεις. Ὁ Χριστός θεραπεύει τήν ἀσθένειά τους καί
ταυτόχρονα ἀνασταίνει τή νεκρή ἀπό τήν ἁμαρτία ψυχή τους.
Ἔτσι τό θαῦμα τῆς ἀναστάσεως ἐπαναλαμβάνεται
στή ζωή τοῦ κόσμου καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Χριστός προσφέρει τήν
ἀνάσταση ἀπό τόν ψυχικό θάνατο, πού εἶναι σκληρότερος καί ὀδυνηρότερος ἀπό
τόν σωματικό, γιατί εἶναι ἀμετάκλητος καί ὁριστικός, σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους
πού θά προστρέξουν σ᾽ Αὐτόν καί θά ἀνταποκριθοῦν στήν προτροπή του νά
ἀναστηθοῦν. «Ὄντας ἡμᾶς νεκρούς τοῖς παραπτώμασιν συνεζωοποίησεν τῷ Χριστῷ»,
γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρός τούς Ἐφεσίους, ἐπιβεβαιώνοντας καί αὐτός
τήν αἰτία τοῦ ψυχικοῦ μας θανάτου, πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν ἁμαρτία.
Αὐτή εἶναι πού σκοτώνει μέσα στήν ψυχή μας
κάθε καλό, κάθε ἔμφυτη ἀρετή, κάθε καλή διάθεση, κάθε ἀγαθή προαίρεση. Ἡ
ἁμαρτία εἶναι πού παραλύει τίς πνευματικές μας δυνάμεις γιά νά μήν στρεφόμεθα
στό ἀγαθό, γιά νά μήν θέλουμε νά ἀκολουθήσουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, γιά
νά μήν ἐπιδιώκουμε νά τόν συναντοῦμε μέ τήν προσευχή, μέ τή συμμετοχή μας στή
λειτουργική καί μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ τή μελέτη τοῦ λόγου
του. Ὅταν, λοιπόν, ἡ ψυχή, πού πλάσθηκε ἀπό τόν Θεό γιά νά ζεῖ μαζί του
ἀπομακρύνεται ἀπό Αὐτόν, τότε παύει νά ζεῖ, νεκρώνεται καί πεθαίνει. Καί
ἡ νέκρωση αὐτή εἶναι προοδευτική, ἔτσι ὥστε συχνά δέν γίνεται ἀντιληπτή ἀπό
τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά θρηνεῖ καί νά ὀδύρεται γιά τόν φυσικό θάνατο
προσφιλῶν του προσώπων, δέν ἀντιλαμβάνεται ὅμως τόν θάνατο τῆς ψυχῆς του, ὁ
ὁποῖος ἐπέρχεται.
Θέλοντας, λοιπόν, νά μᾶς προστατεύσει ἡ
Ἐκκλησία μας ἀπό τόν μεγάλο αὐτό κίνδυνο τοῦ πνευματικοῦ θανάτου ὅρισε νά
διαβάζεται στούς ναούς μας σήμερα τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα πού περιγράφει
τό θαῦμα τῆς ἀναστάσεως τοῦ υἱοῦ τῆς χήρας τῆς Ναΐν· ἕνα θαῦμα μέ τό ὁποῖο
ἐπιδιώκει ὄχι μόνο νά μᾶς ὑπενθυμίσει τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ πού ἀνιστᾶ καί
νεκρούς, ἀλλά καί τήν προτροπή του, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρός ὅλους μας: «νεανίσκε,
σοί λέγω ἐγέρθητι».
Ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ νά ἐγκαταλείψουμε τή ραθυμία
καί τήν ἀδράνεια γιά τά πνευματικά, νά ἀποτινάξουμε τή νωθρότητα καί τήν
ἀπροθυμία γιά τόν ἀγώνα τῆς ἀνακαινίσεως καί καθάρσεως τῆς ψυχῆς μας, νά ἀπαρνηθοῦμε
ἁμαρτωλούς λογισμούς καί ἐφάμαρτες ἐπιθυμίες, νά ἀποφασίσουμε νά
ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τόν σύνδεσμο μέ τά ὑλικά καί μάταια αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τήν ἀγάπη
στό χρῆμα, στή δόξα, στήν προβολή, καί ἀπό ὅλα ὅσα ναρκώνουν τήν ψυχή
μας καί τήν ὁδηγοῦν στόν πνευματικό θάνατο.
Ὅσοι ἔχουμε ἀρχίσει νά βαδίζουμε πρός αὐτόν,
ἄς ἀκούσουμε τή φωνή τοῦ Χριστοῦ πού μᾶς καλεῖ νά σηκωθοῦμε καί κρατώντας
τό χέρι του, ἄς συνεχίσουμε τή ζωή μας κοντά του, μία ζωή πού θά μᾶς διασφαλίσει
μέ τή χάρη του καί τήν αἰώνια ζωή. Ἀμήν.
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.