Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Φώτης Κόντογλου:Ζωή πολυμέριμνη, χωρίς καμμιά εσωτερική ευτυχία.



νθρωπος εναι σ λα χόρταγος, θέλει ν᾿ πολάψει πολλά, χωρς ν μπορε ν τ προφτάξει λα. Κα βασανίζεται. ποιος μως φτάξει σ μι κατάσταση πο ν εχαριστιέται μ τ λίγα, κα ν μ θέλει πολλά, στω κι ν μπορε ν τ᾿ ποχτήσει, κενος λοιπν εναι ετυχισμένος. Δν τ κάνει π οκονομία, ετε γιατ χει τν δέα πς τ πολλ τν βλάφτουνε στν ψυχ στ σμα. λλ γιατ στ λίγα κα στ πλ βρίσκει πι γν κανοποίηση. Κα περισσότερο π᾿ λα, πειδ μ τ πλ κα μ τ λίγα δν χάνει τν αυτό του. «Τς στι πλούσιος; ν λίγ ναπαυόμενος».

Ο νθρωποι δν βρίσκουνε πουθεν συχία, γιατ πιχειρονε ν ζήσουνε χωρς τν αυτό τους. Τρέχουνε π δ κι π κε ν βρονε τν ετυχία, μ ετυχία δν πάρχει ξω π τν αυτό μας. θέλουμε ν εχαριστηθομε μ συμπόσια π᾿ που λείπουμε. ποιος χει χάσει τν αυτό του, χει χάσει τν ετυχία. Ετυχία δν εναι τ ζάλισμα πο δίνουνε ο πολυμέριμνες δονς κι πολαύσεις, λλ ερήνη τς ψυχς κα σιωπηλ γαλλίαση τς καρδίας. Μ᾿ ατ τ βύθισμα στν αυτό του βρίσκει νθρωπος τν θεό. Γι τοτο επε Χριστός: «Οκ ρχεται βασιλεία το θεο μετ παρατηρήσεως, οδ ροσιν· δο δε δο κε. δο γρ βασιλεία το θεο ντς μν στίν». «Μν ψάχνετε, ζαλισμένοι νθρωποι, δ κι κε ν βρτε τν ετυχία. Γιατ ετυχία βρίσκεται μέσα σας».
Μέγας λόγος, πως λα τ θεϊκ λόγια. Μέσα μας εναι θησαυρός. π᾿ ξω εναι ξέρακας, κι ς μ μς ξεγελ φασαρία κα τ ψεύτικα πυροτεχνήματα. ποιος ζε ξωτερικά, ζε ψεύτικα. ποιος ζε σωτερικά, ζε ληθινά. Ξέρω καλ τί εναι ζω πο ζονε ο λεγόμενοι κοσμικο νθρωποι, ο νθρωποι πο διασκεδάζουνε, πο ταξιδεύουνε, πο ξεγελιονται μ λογς-λογς θεάματα, μ σημαντολογίες, μ σκάνδαλα, μ διάφορες ματαιότητες, πο π μακρυ φαντάζουνε γι κάποιο πργμα σπουδαο κα ζηλευτό, ν σν τ δε κανένας π κοντά, πορε γι τ φτώχεια πο χουνε κα τ πόσο κούφιοι εναι ο νθρωποι πο ψευτογελιονται μ᾿ ατ τ γιατροσόφια τς ετυχίας. Ξέρω λοιπν καλ ατ τ ζωή, γιατί, ναγκαστικά, ζησα, κάποιες φορές, μ νθρώπους πλούσιους, πο μ προσκαλούσανε στ σπίτια τους, στς παύλεις τους, στ κόττερά τους κα στς λλες διασκεδάσεις τους. Μελαγχολία μ᾿ πιανε π κείνη τν κατάσταση. βλεπα δυστυχισμένους νθρώπους, πο κάνανε τν ετυχισμένο, κατάδικους πο κάνανε τν λεύθερο. λλά, ν δν καταγινόντανε μ τόσες ψεύτικες χαρές, θ πέφτανε στ βαρεμάδα, στ λεγόμενη νία. τ να, τ λλο. δειοι π κάθε οσία, τρισδυστυχισμένοι. ψυχ εναι νύπαρκτη κι νύπαρκτη ετυχία, βασιλεία το θεο. Πς ν γίνει ψωμί, σν δν πάρχει προζύμι; Πς ν μν εναι λα νοστα, φο δν πάρχει τ λάτι;
Λοιπόν, ποτε ναγκαζόμουνα ν πάγω γι λίγο κοντ σ τέτοιους κοσμικος νθρώπους, πργμα πο γινότανε σπάνια, γι ν μν τος προσβάλω, φο μ προσκαλούσανε μ εγένεια, δν βλεπα τν ρα κα τ στιγμ ν ποτραβηχτ στ καβούκι μου, ν γυρίσω στ φτωχ σπίτι μου κα στ᾿ γαπημένα πράγματα πο βρίσκουνται γύρω μου. βλεπα πς ντ ν πάρω κάτι π λη κείνη τν τυμπανοκρουσία, πως πιστεύει πολς κόσμος, γ δινα, δινα ξύπνημα στος κοιμισμένους, ξεμούδιασμα στος μουδιασμένους, ζω στ μονοτονία τους.
Γι᾿ ατ κα τώρα πο γράφω, μ᾿ λο πο εμαι προσκαλεσμένος σ πολλ μέρη π κάποιους εγενες νθρώπους, χι μονάχα στν λλάδα, λλ κα σ μακρυν μέρη, κάθουμαι στ μικρ περιβολάκι μας μ τ λίγα δεντράκια κα μ τ ταπειν λουλούδια. Ξεκουράζουμαι κι ερηνεύει ψυχή μου. Τοτο τ μικρ κηπάριο εναι γι μένα Κπος τς δέμ. γέρας μοσχοβολ, κι νος μου ταξιδεύει. Ταξιδεύει δ κι κε, μ περισσότερο βυθίζεται μέσα μου, κε πο ναβρύζει τ μυστικ νερό, κε πο βρίσκουνται τ ριζώματα» το κόσμου.
Εχαριστ τν Θε πο βρέθηκε ατ τ καταφύγιο. Νοιώθω μεγάλη ετυχία πο εμαι μοναχιασμένος, πού, δ πο κάθομαι, δν μ ξέρει κανένας, δν μ θυμται κανένας. Σν ν εμαι καραβοτσακισμένος πο γλύτωσε π τ φουρτούνα, κι κούγει τ μούγκρισμα τς θάλασσας π τ σίγουρο καταφύγιό του. Σν ν γλύτωσε π λστές. νατριχιάζω συλλογισμένος τν νεμοζάλη πο τ λένε ζω ο μοιοί μου, κοινωνικ ζωή, ζούγκλα γεμάτη σκορπιούς, φίδια κα λύκους. ναπαύουμαι μοναχ μ δυ - τρες νθρώπους πλος κα καλοκάγαθους, πο χουνε γάπη μέσα τους κα ερήνη στν καρδιά τους. Δν θέλω μήτε θαυμασμούς, μηδ δόξες, μήτε λλες τέτοιες συμφορές, θέλω ν εμαι ξεχασμένος κι σήμαντος. λησμονιά, τί μπάλσαμο εσαι γι σους ποθονε τν ερήνη! Κατάρα εναι δίψα πο χουνε ο νθρωποι ν κατασταθονε ξακουσμένοι, ν τος δοξάζει κόσμος κα ν βασανίζουνται μέσα στ ματαιότητα κι κενοι πο θαυμάζουνται κι κενοι πο θαυμάζουνε.
δ πο κάθουμαι, νοιώθω πς εμαι μακρυ π᾿ λους ατος τος βραχνάδες πο τος χουνε γι ετυχία ο δυστυχισμένοι νθρωποι.
Φυσ στ πρόσωπό μου τ δροσερ γεράκι, μπαίνει παλ στ᾿ ατιά μου, σν ν μ χαιρετ. Σιγοσαλεύουνε τ κλαδι κι ο κορφς τν δέντρων. Μαμούνια περπατονε στ μοσχοβολημένο χμα, τ κάθε να τραβ τν δρόμο του κι χει τν σκοπό του. Πο πηγαίνουνε; Μυστήριο. Πεταλούδια κα μυγάκια λογς - λογής, λλα μακρουλά, λλα στρογγυλά, πετνε κα μαζεύονται γύρω π τ φς πο εναι ναμμένο π πάνω μου. λα εναι σπουδαία, λα ξιαγάπητα. Κι γ εμαι να π᾿ ατά.
Δν κούγεται τίποτα, παρεκτς π τς σταλαγματις τ νερ πο πέφτουνε π τ βρύση, κάνοντας τ σιωπ κόμα πι βαθειά. Σ ν γίνεται γύρω μου κάποια μυσταγωγία. Τ μυστήριο το κόσμου τ νοιώθω κα μέσα μου κι πέξω. Μυστικς θύρες νοίγουνε π παντο. Τ κάθε δέντρο, τ κάθε χορτάρι, τ κάθε λουλούδι, σν ν μ βλέπει μ τ μυστηριώδη μάτια του.
Εμαι μακάριος στ μικρ τοτο περιβολάκι μας. Τύφλα νχουνε μπροστά του ο μεγάλοι κποι κα τ πολυέξοδα παλάτια, τ φανταχτερ κόττερα. σα εναι γύρω μου εναι γαπημένα, γιατ δν εναι γορασμένα μ λεφτ πολλά, πως εναι σα χουνε ο πλούσιοι. γορασμένα πράγματα μπορονε ν δώσουνε ετυχία στν νθρωπο;
, σες πο χετε τ πλούτη κα πο μόνο τί λογς εναι ληθιν χαρ δν ξέρετε. νθρωποι βασανισμένοι, σαστισμένοι π τς γνοιες κι π τς σκουτορες, σκλάβοι στ φιλοδοξία κα στ᾿ λλα πάθη, σωτοι γυιοί, πο φάγατε τ ξυλοκέρατα κα δν χορτάσατε, γυρίστε πίσω στ σπίτι το πατέρα σας το πονετικο, πο δν εναι λλο παρ καρδι δική σας, κα μπετε μέσα ν ξαποστάσετε, ν εφρανθτε κα ν νοιώσετε τν ληθιν χαρά!

πηγή:εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...