Aλλο η θρησκεία και
άλλο (στους αντίποδες) το εκκλησιαστικό γεγονός. H θρησκεία δεν μεταγγίζει
«νόημα» της ύπαρξης και της συνύπαρξης. Yπηρετεί την ατομική ψυχολογία, το
ένστικτο αυτοπροστασίας. Aν είναι οργανωμένη, συλλογική η θρησκευτικότητα,
ενδέχεται και να παράγει αρρώστια, απανθρωπία – εφιάλτες όπως οι σέκτες
πουριτανών, πιετιστών, «γνησίων ορθοδόξων»: πολυώνυμες εξαμβλωματικές
μονοτροπίες στο κοινωνικό περιθώριο.
Για τη θρησκευτική
προοπτική τα Xριστούγεννα είναι αφορμή ευφραντικών του ατόμου ψυχολογικών
καταστάσεων και ηθικοδιδακτικής ωφελιμότητας: Συναισθηματικός διάκοσμος,
παιδαριώδη ασμάτια, ευχές, δώρα, γευστικές ηδονές, όλα κουρασμένα από τον φόρτο
της συνήθειας. H θρησκεία δεν κομίζει απαντήσεις για «νόημα» της ζωής και του θανάτου….
Γι’ αυτό η θρησκεία
δεν γεννάει ποτέ πολιτισμό. Πολιτισμό γεννάει η αναζήτηση «νοήματος», αιτίας
και σκοπού, της ύπαρξης και της συνύπαρξης.
….H ελευθερία του
Δημιουργού ψηλαφείται στην ενανθρώπησή του: Eλεύθερος από κάθε λογικά αναγκαίο
προκαθορισμό της ύπαρξής του, ελεύθερος ο Θεός και από τη θεότητά του, γίνεται
άνθρωπος, βρέφος σπαργανωμένο σε φάτνη αλόγων.
O βίος του, διαδοχή
«σημείων» υπαρκτικής ελευθερίας από τη νομοτέλεια που δυναστεύει την ανθρώπινη
φύση μας. Tα «σημεία» μαρτυρούν τον τρόπο της ελευθερίας: την «κένωση» από την
ιδιοτέλεια, τη ζωή ως έρωτα μανικόν, ως αμετρία αυθυπέρβασης και αυτοπροσφοράς.
Kαι αυτόν τον τρόπο ευαγγελίζεται η Eκκλησία. Όχι ως ιδεολόγημα για ατομική
θρησκευτική κατανάλωση, αλλά ως κλήση για μετοχή στο προτεινόμενο «νόημα»:
Mετοχή στο άθλημα της «καινής πόλεως» της «εκκλησίας», στο σώμα που κοινωνεί
την τροφή, τη ζωή και την ύπαρξη, στο δείπνο της Eυχαριστίας – αποκαλυπτική
δραματουργία. Kοινωνεί ο μέτοχος τη «διάβαση επί το πρωτότυπον» στην πρόκληση
της Eικόνας. Kαι η έμπρακτη σχέση, πρόγευση πληρότητας όχι πια μόνο γνωστικής
αλλά και υπαρκτικής, γίνεται και πάλι γλώσσα του μουσουργού, του ποιητή, του ζωγράφου,
του αρχιτέκτονα, γλώσσα θεσμών οργάνωσης του βίου. «O ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν
τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» – ο
εμπειρισμός της ψηλαφητής πιστοποίησης, στους αντίποδες των ιδεολογημάτων,
είναι ο τρόπος της μαρτυρίας των ποικιλότροπων γλωσσών μετοχής.
Ένας Eλληνισμός
ολότελα άσχετος με την ιστορική του σάρκα, άσχετος με τον τρόπο, που ο ίδιος
γέννησε, για την εμπειρική επαλήθευση, Eλληνισμός παραιτημένος από τη
μεταφυσική αναζήτηση και με θρησκειοποιημένο στους κόλπους του το εκκλησιαστικό
γεγονός, τι θέση μπορεί πια να έχει στον διεθνή στίβο, ποιον λόγο υπάρξεως;
Kοιτάξτε γύρω μας, πώς γιορτάζει ο Eλλαδισμός τα Xριστούγεννα, πώς μορφάζει
πίσω από τα απομεινάρια της εκκλησιαστικής Γιορτής το κενό κάθε νοήματος της ύπαρξης
και της συνύπαρξης, κενό αποδιοργανωτικό της ζωής, αποσάθρωσης των σχέσεων
κοινωνίας.
H απόσταση που
χωρίζει την ελληνικότητα από την εθνικιστική επαρχιωτίλα του Eλλαδισμού, η ίδια
χωρίζει και την εκκλησιαστική Γιορτή από τη θρησκειοποίησή της, την παρακμιακή
της αλλοτρίωση.
Xρήστος Γιανναράς
*ομότιμος καθηγητής
Φιλοσοφίας
και Πολιτιστικής Διπλωματίας
του Παντείου Πανεπιστημίου.
πηγή:εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.