Με τη χάρη του Θεού μπήκαμε στην πέμπτη εβδομάδα της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μιας περιόδου η οποία χαρακτηρίζεται από εντατικότερους πνευματικούς αγώνες οι οποίοι θα μας καθάρουν και θα μας προετοιμάσουν να εορτάσουμε όπως πρέπει τη λαμπροφόρο εορτή της Αναστάσεως του Κυρίου μας.
Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί η εκκλησία την περίοδο αυτή για την προετοιμασία μας για το Πάσχα είναι η περισσότερη και εντονότερη προσευχή. αυξάνεται η διάρκεια των ακολουθιών, προστίθενται κάποιες ακολουθίες (όπως των Χαιρετισμών και του Μεγάλου Αποδείπνου), διπλασιάζεται ο κανόνας των μοναχών (δηλαδή η ατομική προσευχή τους) και αλλάζει γενικότερα το ύφος της λειτουργικής ζωής της Εκκλησίας, γίνεται πιο κατανυκτικό, κάνοντας έτσι πιο εύκολη τη στροφή μας τόσο προς τον εαυτό μας, για να διορθώσουμε τα λάθη μας, όσο και προς το Θεό για να ζητήσουμε το έλεός του.
Το ότι η Εκκλησία, λοιπόν, μας προτρέπει να προσευχόμαστε περισσότερο και εντονότερα αυτή την περίοδο δείχνει το πόσο σημαντικό και δυνατό όπλο είναι η προσευχή στα χέρια του χριστιανού. γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται τόσο από το λόγο του Χριστού στο ευαγγελικό ανάγνωσμα της παρελθούσης Κυριακής, όπου όταν εξέφρασαν οι μαθητές την απορία τους γιατί δεν μπόρεσαν και αυτοί να βγάλουν το δαιμόνιο από το δαιμονισμένο νέο ο Χριστός τους είπε ότι «αυτό το γένος των δαιμόνων δεν εκπορεύεται παρά μόνο με προσευχή και νηστεία», δείχνοντάς μας έτσι ότι η προσευχή ενισχυόμενη από τη νηστεία είναι φωτιά που κατακαίει τους δαίμονες. Επιβεβαιώνεται, λοιπόν, ότι η προσευχή είναι δυνατό όπλο τόσο από το περιστατικό αυτό που περιγράφει το ευαγγέλιο όσο και από το ότι η Εκκλησία, την Κυριακή που μας πέρασε, προέβαλλε τον Άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη, τον συγγραφέα της «Κλίμακας», ένα μοναχό του οποίου η προσευχή ήταν τόσο καθαρή και δυνατή και οι αγώνες του τόσο σκληροί και καρποφόροι ώστε όχι μόνο να αγιαστεί και φωτιστεί ο ίδιος αλλά και να γίνει ο αίτιος φωτισμού και αγιασμού όλων των κατοπινών γενεών μοναχών και λαϊκών, καθώς, γράφοντας το βιβλίο του, την «Κλίμακα», έγινε διδάσκαλος του τρόπου καθαρής και δυνατής προσευχής και του σκληρού και καρποφόρου πνευματικού αγώνα, σε όσους διάβασαν το βιβλίο του και εφάρμοσαν τα όσα έγραψε.
Η προσευχή, λοιπόν, είναι ο τρόπος με τον οποίο θα μιλήσουμε με το Θεό, θα τον παρακαλέσουμε, θα λάβουμε τη χάρη του και όπως λέει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «στην ουσία με την προσευχή μας είναι σα να βάζουμε το μαχαίρι στο χέρι του Θεού για να πολεμάει και να νικάει Αυτός για μας». Κι αυτό γιατί με την προσευχή ταπεινωνόμαστε μπροστά του, ζητάμε το έλεός του, ελκύουμε τη χάρη του και φωτιζόμαστε από το Άγιο Πνεύμα, οπότε όντες περιφρουρημένοι από τη θεία χάρη μπορούμε να πολεμάμε και να νικάμε το μισόκαλο διάβολο. Η προσευχή, επίσης, όπως αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης της «Κλίμακος» είναι «συνουσία και ένωση του ανθρώπου με το Θεό, συμφιλίωση με το Θεό, συγχώρηση των αμαρτημάτων, γέφυρα που σώζει από τους πειρασμούς, τοίχος προστατευτικό από τις θλίψεις, συντριβή των πολέμων, έργο των αγγέλων, πηγή των αρετών, φωτισμός του νου, πέλεκυς που χτυπά την απόγνωση, απόδειξη ελπίδας, διάλυση της λύπης, μείωση του θυμού και γι’ αυτόν που προσεύχεται πραγματικά είναι δικαστήριο και κριτήριο και βήμα του Κυρίου πριν από το μελλοντικό βήμα».
Όμως, για να ενεργήσει έτσι η προσευχή πρέπει να την εξασκούμε σωστά, πρέπει να κοπιάζουμε ώστε να μην είναι η προσευχή μας ένας απλός κατάλογος αιτημάτων ή παραπόνων προς το Θεό αλλά να ανεβαίνει σαν ευώδες θυμίαμα προς αυτόν. Εξάλλου, τι ψέλνουμε κάθε απόγευμα στον εσπερινό, το οποίο και ιδιαίτερα τονίζεται τώρα τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή στις Προηγιασμένες Θείες Λειτουργίες; Είναι ο στίχος του ψαλτηρίου «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου», ο οποίος ψάλλεται μετά τον προοιμιακό ψαλμό στην αρχή του εσπερινού αλλά και στις Προηγιασμένες Θείες Λειτουργίες μετά τη μικρή είσοδο από τον ιερέα μπροστά στην Αγία Τράπεζα, ενώ αυτός θυμιά, και επαναλαμβάνεται από τους ψάλτες.
Και πώς μπορεί να γίνει η προσευχή μας ευώδες θυμίαμα που θα ανεβαίνει στο θρόνο του Θεού; Αρχικά πρέπει να προσερχόμαστε στην προσευχή γνωρίζοντας ότι εκείνη την ώρα ζητάμε ακρόαση και παρουσιαζόμαστε μπρος στο Βασιλέα των Βασιλευόντων, γι’ αυτό πρέπει όχι μόνο να στεκόμαστε μπροστά του με φόβο, τρόμο και συντριβή αλλά και να είμαστε απαλλαγμένοι από κάθε κακία, κάθε έχθρα και μνησικακία αλλά και από κάθετί το φιλήδονο και κοσμικό που αρπάζει το νου μας και μας αποσπά από την προσευχή, γιατί διαφορετικά κινδυνεύουμε να εξοργίσουμε το Βασιλέα και να διατάξει την τιμωρία μας. Παράλληλα, όμως, πρέπει να έχουμε στην καρδιά μας εκείνη την ώρα μια ζωντανή επιθυμία να υπηρετήσουμε το θέλημα του Θεού με κάθε τρόπο αλλά και μια θερμή πίστη ότι θα μας δώσει ό,τι χρειαζόμαστε τόσο για να τον ευαρεστούμε όσο και για να ωφεληθούμε.
Όσον αφορά το περιεχόμενο της προσευχής μας, μάς λέγει ο Μέγας Βασίλειος ότι πρέπει πρώτα απ’ όλα να δοξολογούμε το Θεό και να τον ευχαριστούμε για τις ευεργεσίες του, πράγμα που θα τον ευχαριστήσει και θα τραβήξει την προσοχή του. Έπειτα, ας εξομολογούμαστε ενώπιόν του ότι είμαστε αμαρτωλοί και παραβάτες των εντολών του, καθώς έτσι, ταπεινώνοντας τον εαυτό μας, θα ελκύσουμε την ευσπλαχνία και το έλεός του. Τέλος, αναφέρει ο ιερός πατήρ, ας ζητάμε εκείνο που είναι απαραίτητο για τη σωτηρία μας.
Σχετικά με το τί να ζητάμε, λέει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «πρέπει να επιζητάμε μόνο το θέλημα του Θεού κι όχι το δικό μας, δηλαδή, πρέπει να ενώνουμε τη θέλησή μας με τη θέληση του Θεού κι όχι να θέλουμε ο Θεός να υποχωρεί στη δική μας θέληση, κι αυτό γιατί η θέλησή μας είναι πολλές φορές μολυσμένη από τη φιλαυτία μας και έτσι σφάλλουμε και δε ξέρουμε τί ζητάμε, γι’ αυτό πρέπει να αιτούμε εκείνα που αρέσουν στο Θεό, κι αν ακόμα έχουμε κάποια αμφιβολία τί αρέσει στο Θεό ας λέμε το «γεννηθήτω το θέλημά σου»». Προσευχόμενοι, λοιπόν, μ’ αυτόν τον τρόπο θα είμαστε σίγουροι ότι ο Θεός όχι μόνο δε μας αδικεί που δε μας δίνει ό,τι ζητάμε, αλλά ότι μας ευεργετεί με το να μη μας δίνει ό,τι δε θα μας ωφελούσε. Συνεχίζοντας ο Άγιος λέει «αν ζητάμε μια αρετή πρέπει να κάνουμε και τα ανάλογα έργα και πράξεις που θα μας κάνουν να αποκτήσουμε αυτή την αρετή, διαφορετικά, αν ζητάμε μια αρετή και αδιαφορούμε να αγωνιστούμε για να την αποκτήσουμε τότε εκπειράζουμε το Θεό. Εξάλλου, η εξάσκηση της προσευχής πρέπει να συνοδεύεται πάντοτε από τον αγώνα να νικάμε τον εαυτό μας ώστε το ένα να βοηθά το άλλο, γι’ αυτό και ο Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος είπε «Πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη», δηλαδή, «η προσευχή του δίκαιου, αυτού που προσεύχεται και αγωνίζεται, έχει μεγάλη δύναμη και αποτελεσματικότητα».
Πολλές φορές, βέβαια, έχουμε την αίσθηση ότι ο Θεός δε μας ακούει ή ότι μας αδικεί ή ότι δεν κατορθώσαμε τίποτα με την προσευχή μας ή ότι εις μάτην προσευχόμαστε. Αυτό δεν είναι αλήθεια, γιατί εάν π.χ. υποθέσουμε ότι προσευχόμασταν πολύ καιρό για κάτι και δεν το λάβαμε, ήδη κατορθώσαμε κάτι πολύ σπουδαίο με το να μένουμε προσκολλημένοι και ενωμένοι με τον Κύριο καθ’ όλη την περίοδο που προσευχόμασταν. Εξάλλου, πρέπει να έχουμε υπομονή γιατί η ταπεινή υπομονή νικά τον ανίκητο Θεό και ελκύει το έλεός του - ας μην ξεχνάμε την ευαγγελική περικοπή της χήρας που επιμένοντας να βρει το δίκιο της από τον άδικο δικαστή, αυτός, από την επιμονή της και μόνο, υποχώρησε. παραβολή που είπε ο Κύριος για να μην υποχωρούμε στην προσευχή μας αλλά να επιμένουμε. Κι αν ο άδικος κριτής, στην παραβολή αυτή του Χριστού, υποχώρησε στις παρακλήσεις της χήρας, πόσο μάλλον δε θα υποχωρήσει ο δίκαιος και φιλεύσπλαχνος Θεός στις προσευχές μας! Έτσι, αν ο Θεός αργεί να απαντήσει στα αιτήματά μας ας συνεχίσουμε να προσευχόμαστε με σταθερή και ζωντανή την ελπίδα της βοήθειάς του. Σ΄ αυτό το θέμα αναφέρεται πολύ ωραία και ο ιερός Χρυσόστομος λέγοντας «Μεγάλο αγαθό είναι η προσευχή όταν γίνεται με ευχάριστη διάνοια. Πρέπει να εκπαιδεύουμε τους εαυτούς μας να ευχαριστούμε το Θεό μας όχι μόνο όταν λαμβάνουμε αλλά και όταν δε λαμβάνουμε, γιατί άλλοτε δίνει κι άλλοτε δε δίνει, πάντοτε όμως προς το συμφέρον μας. Ώστε κι αν λάβεις κι αν δε λάβεις, χωρίς να λάβεις αυτό που ζητάς , έχεις λάβει την ωφέλεια από την υπομονή, την προσευχή και την προσκόλλησή σου στον Κύριο. Κι αν πετύχεις κι αν δεν πετύχεις, πέτυχες την ωφέλειά σου χωρίς να έχεις πετύχει αυτό που ζητούσες, καθώς μερικές φορές περισσότερο ωφέλιμο είναι το να μη λάβει κανείς. Διότι αν δεν ήταν προς το συμφέρον μας πολλές φορές το να μη λάβουμε αυτό που ζητάμε, σίγουρα θα μας το έδινε ο Κύριος. Ώστε το να αποτύχει κανείς σ’ αυτό που ζητάει, σύμφωνα με το συμφέρον της ψυχής του, αυτό είναι επιτυχία!». Έτσι, καταλαβαίνουμε πόσο ευγνώμονες πρέπει πάντοτε να είμαστε στον Κύριο που μεριμνά για μας, που μας φροντίζει και μας παιδαγωγεί, παρ’ όλο που κάποιες φορές στεναχωρούμαστε που δεν έγινε αυτό που ζητήσαμε.
Ωφέλεια όμως μπορεί να προκύψει και από την προσευχή που κάνουμε για τους άλλους γιατί ακόμα κι αν δε διαθέτουμε καρποφόρο προσευχή, πολλές φορές η πίστη αυτού που ζήτησε την προσευχή μας, έσωσε και βοήθησε όχι μόνο τον ίδιο αλλά και αυτόν που προσευχήθηκε και μάλιστα με συντριβή καρδίας. Στην περίπτωση, πάλι, που εισακουστεί η προσευχή μας ας μην υπερηφανευθούμε αλλά ας είμαστε σίγουροι ότι η πίστη αυτού που ζήτησε την προσευχή μας έκανε να εισακουστεί η προσευχή.
Τελειώνοντας, να αναφέρουμε ότι το όφελος της προσευχής φαίνεται και από τα εμπόδια που μας φέρνουν οι δαίμονες τόσο κατά την ώρα των ακολουθιών όσο και κατά την ατομική μας προσευχή. Με το να μας φέρνουν στο νου να κάνουμε διάφορες δουλειές εκείνη την ώρα που θα μπορούσαν να γίνουν κάποια άλλη στιγμή, με το να μας ρίχνουν διάφορες σκέψεις που μας αποσπούν (όπως υποθέσεις που εκκρεμούν, σαρκικούς λογισμούς κ.ά.) αλλά ακόμα και με το να μας κάνουν να μιλάμε ή να γελάμε κατά την ώρα της προσευχής. Όμως, ας μην αποθαρρυνόμαστε γιατί αφ’ ενός έχουμε τον Κύριο που βλέπει την προσπάθειά μας και μας ενισχύει και αφ’ ετέρου οι ίδιοι οι δαίμονες δε μπορούν να αντέξουν για πολύ την προσευχή που με θάρρος και ανδρεία αναπέμπεται στο Θεό, οπότε γρήγορα παραιτούνται.
Ας μην αφήνουμε λοιπόν αδελφοί μου την προσευχή και ας είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με την αξιοποίηση του χρόνου μας, γιατί καθώς λέγει ο Άγιος Ιωάννης στην «Κλίμακά» του «όπως κάθε μαθητής θα εξετάζεται καθημερινά από το δάσκαλό του, στα μαθήματα που διδάχθηκε, έτσι και από κάθε νου, και δικαίως, θα ζητηθεί να παρουσιάσει τη δύναμη εκείνη που έλαβε από το Θεό σε κάθε προσευχή», δηλαδή θα μας ζητηθεί λόγος για κάθε προσευχή που αναπέμψαμε και για κάθε ακολουθία στην οποία παρασταθήκαμε κατά πόσο μας ωφέλησε, πόσο δηλαδή θελήσαμε κατά τη διάρκειά της να ενωθούμε με το Θεό ή κατά πόσο τον λησμονήσαμε και υποκύψαμε στους πειρασμούς.
Ας κλείσουμε με το να πούμε ότι όπως δε μπορούμε να διδαχθούμε το πώς να βλέπουμε, γιατί εκ φύσεως το γνωρίζουμε μόνοι μας, παρόμοια δε μπορούμε να κατανοήσουμε το κάλλος, την ομορφιά και τη γαλήνη της προσευχής από τις διδασκαλίες των άλλων, γιατί η προσευχή έχει ως διδάσκαλό της το Θεό «τον διδάσκοντα άνθρωπο γνώσιν, και διδόντα ευχήν τω ευχομένω και ευλογούντα έτη δικαίων».
Ας ευχηθούμε να μας δώσει ο Κύριος κουράγιο και θάρρος να προσευχόμαστε αληθινά και σωστά, ώστε με τη βοήθεια της προσευχής να φτάσουμε να προσκυνήσουμε άξια και την Αγία του Ανάσταση. Αμήν.
Ιεροδιάκονος Λουκάς Σταμελος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.