Ανοίγοντας καὶ
πάλι τὸ Τριώδιο, ἡ Ἁγία
μας Ἐκκλησία μᾶς παρουσιάζει
τὴν διδακτικὴ παραβολὴ
τοῦ τελώνη καὶ τοῦ
φαρισαίου, θέλοντας νὰ μᾶς ὑπενθυμίσῃ
ὅτι οἱ ἀνθρώπινες
ἀρετές, γιὰ νὰ
ὁδηγήσουν στὴ δικαίωση,
πρέπει νὰ συμπορεύονται μὲ τὴν
μετάνοια.
Ἀκούσαμε
σήμερα πολλὰ γιὰ τὶς
ἀρετὲς τοῦ
φαρισαίου, ἀλλὰ τίποτα γιὰ
τὴ μετάνοιά του. Ἀκούσαμε ἐπίσης
γιὰ τὴ μετάνοια τοῦ
τελώνη, ἀλλὰ γιὰ
καμία ἀρετή του. Στὴν ψυχὴ
ἑνὸς ἠθικὰ
σκεπτόμενου καὶ ἐνεργοῦντος
ἀνθρώπου δημιουργοῦνται οἱ
ἑξῆς ἀπορίες:
«Εἶναι τελικὰ ἄχρηστες
οἱ ἀρετές; Ὁ
φαρισαῖος νήστευε καὶ ἔκανε
φιλανθρωπίες· μάταια κοπίασε; Γιατί δὲν δικαιώθηκε
κι ἐκεῖνος γιὰ
τὰ καλά του ἔργα, ἀλλὰ
μόνον ὁ τελώνης ποὺ δὲν
εἶχε καμία ἀρετή, ἀλλὰ
ἀρκέστηκε νὰ ἐπιζητᾷ
τὸ ἔλεος τοῦ
Θεοῦ;». Σὲ αὐτὲς
τὶς ἀπορίες
χρειάζεται νὰ ἀπαντήσουμε μὲ
προσοχή.
Τὴν
περίπτωση τοῦ φαρισαίου χαρακτηρίζει τὸ
αἴσθημα τῆς αὐτοδικαίωσης.
Εἶναι καλὲς οἱ
ἀρετές του, ζηλευτές, ἀποδεκτές
καὶ διόλου ἀποῤῥιπτέες.
Ἀπομονώνονται ὅμως καὶ
ἀπολυτοποιοῦνται στὴ
συνείδησή του ὡς αὐτοσκοπός. Ἐκπίπτουν
στὴ διάσταση τοῦ τυπικοῦ
χρέους. Ὁ φαρισαῖος δὲν
περιμένει δικαίωση ἀπὸ τὸν
Θεό· τοῦ ἀρκεῖ
νὰ τὸν δικαιώσουν τὰ
ἔργα του. Γι’ αὐτὸ
καὶ ἡ μετάνοια εἶναι
«ἐκ περισσοῦ»· δὲν
τὴν ἔχει ἀνάγκη·
εἶναι ἠθικός,
νομοταγής, βαθιὰ θρησκευόμενος, ἀναθρεμμένος
στοὺς κόλπους τῆς θρησκευτικῆς
κοινότητος· ἐφαρμόζει τὸ νόμο στὸ
ἀκέραιο σύμφωνα μὲ τὸ
γράμμα τοῦ νόμου· αἰσθάνεται εὐσεβής·
ἐπιθυμεῖ νὰ
εἶναι, ἀλλὰ
καὶ νὰ φαίνεται,
δίκαιος ἐνώπιον Θεοῦ καὶ
ἀνθρώπων, μᾶλλον δὲ
καὶ περισσότερο ἐνώπιον ἐκείνων,
ὡς ἀνθρωπάρεσκος·
καυχησιολογεῖ, γιατὶ ἀπαιτεῖ
τὴν ἀναγνώριση ὡς
δικαίου ἀπὸ τοὺς
συμπροσευχομένους του.
Ὁ
τελώνης στερεῖται ἔργων ἀγαθῶν.
Εἶναι ὅμως ἕνας
ἁμαρτωλὸς μὲ
βαθειὰ αἴσθηση τῆς
ἁμαρτωλότητός του, μὲ ἐπίγνωση
τῶν πολλῶν σφαλμάτων
του, πιθανὸν καὶ μεγάλων ἀδικιῶν
ἀπέναντι στοὺς συνανθρώπους
του, μὲ ταπείνωση ἀξιοζήλευτη καὶ
εἰλικρινῆ μετάνοια
δίχως ὑπόκριση. Ὁ λόγος του εὐθύς,
σύντομος, προϊὸν ἀποφασιστικότητος,
ἀπόῤῥοια ἀληθινότητος
συναισθημάτων. Ὁ τελώνης γνωρίζει ποιός εἶναι,
τί δὲν εἶναι καὶ
τί θέλει. Ἔχει ψάξει τὸν ἑαυτό
του, ἔχει ἐρευνήσει τὰ
βάθη τῆς καρδιᾶς του, ἔχει
ἀπογοητευθεῖ ἀπὸ
τὸν τρόπο ζωῆ του, θέλει νὰ
γεμίσῃ τὸ ἐσωτερικό
του κενό ὄχι μὲ ἀρετές,
ἀλλὰ μὲ
θεῖον ἔλεος. Δὲν
τὸν ἐνδιαφέρει
πλέον ὁ κόσμος· προσεύχεται λάθρᾳ,
κρυφὰ ἀπὸ
τὰ βλέμματα ἄλλων, γιατὶ
κατανοεῖ πὼς δὲν
θὰ τὸν δικαιώσουν οὔτε
ἐκεῖνοι, οὔτε
ὁ ἑαυτός του, ἀλλ’
ὁ Θεός. Λέγει ἕνας σύγχρονος ἅγιος:
«Ἡ ὑποβολὴ
τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου
στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ
συνιστᾷ ὁδὸν
πρὸς ἐπίγνωσιν τῆς
ἁμαρτίας. Διὰ συνετοῦ
ἐλέγχου τῆς ἐσωτερικῆς
του καταστάσεως ὁ ἄνθρωπος
πείθεται ὅτι δὲν τηρεῖ
τὶς ἐντολὲς
καὶ ἕνεκα τούτου ἔρχεται
εἰς μετάνοιαν. Καὶ ὅσο
βαθύτερα ταπεινώνεται διὰ τῆς αὐτοκαταδίκης,
τόσο περισσότερο ὑψώνεται ἀπὸ
τὸν Θεό».
Καλὲς
καὶ ἅγιες εἶναι
οἱ ἀρετὲς
τοῦ φαρισαίου. Ἂς μὴν
τὸν μεμφόμεθα γι’ αὐτές. Καλύτερη ὅμως
ἡ μετάνοια καὶ ταπείνωση τοῦ
τελώνη. Ὁ Θεὸς «ὑπερηφάνοις
ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ
δίδωσι χάριν».
Τὸ
ἴδιο σκηνικὸ συμβαίνει, ἀδελφοί
μου, καὶ μέσα στοὺς χριστιανικοὺς
ναούς, μέσα στὴν κοινωνία. Οἱ ἴδιοι
χαρακτῆρες ἐπαναλαμβάνονται.
Σήμερα οἱ φαρισαῖοι τοῦ
χριστιανισμοῦ, ἔχοντας τὴν
ψευδαίσθηση τῆς σωτηρίας, αὐτοϊκανοποιοῦνται
μέσα στὴ νομιζόμενη δικαιοσύνη τους, μέσα στὴ
νοσηρὴ πίστη τους, ἕτοιμοι νὰ
ῥίξουν τὸ λίθο τοῦ
ἀναθέματος σὲ ὅσους
βρίσκονται ἐκτὸς Ἐκκλησίας.
Εἶναι τακτοποιημένοι μὲ τὴν
ἐφαρμογὴ τῶν
κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, γι’
αὐτὸ καὶ
νομίζουν ὅτι δικαιοῦνται νὰ
προδικάζουν τοὺς ἀτάκτους. Ἀπὸ
τὴν ἄλλη πλευρὰ
οἱ σύγχρονοι τελῶνες, αὐτοὶ
ποὺ δὲν γνώρισαν τὴν
πνευματικὴ ζωή, οἱ ἄσωτοι
τοῦ κόσμου, τοὺς ὁποίους
κανένα μητρικὸ χέρι δὲν βρέθηκε νὰ
τοὺς ὁδηγήσῃ
παιδιόθεν στὴν Ἐκκλησία, τοὺς
ὁποίους ἴσως κανένας
παπᾶς δὲν βρέθηκε νὰ
πείσῃ μὲ τὸ
ταπεινό του ἅγιο παράδειγμα, ἔχουν πολλὲς
φορὲς συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός
τους καὶ ἴσως κρύβουν ἕνα
ἀξιοθαύμαστο ψυχικὸ μεγαλεῖο,
ποὺ τελικὰ συγκινεῖ
τὸν Θεό.
Ὅσο
ἀνεβαίνει ὁ ἄνθρωπος
τὴ σκάλα τῶν ἀρετῶν,
τόσο κινδυνεύει νὰ ζαλιστῇ ἀπὸ
τὸν ἴλιγγο τῆς
ὑπερηφανείας καὶ νὰ
πέσῃ ἀπὸ
μεγαλύτερο κάθε φορὰ ὕψος. Ἐκεῖ
χρειάζεται προσοχὴ καὶ ταπείνωση,
γιατὶ ἡ σκάλα τῶν
ἀρετῶν εἶναι
μία εὐλογημένη πρόκληση. Ὅσο πιὸ
χαμηλὰ ὅμως κατεβαίνει
τὴ σκάλα τῆς μετανοίας, ἀκόμη
κι ἂν δὲν ἔχῃ
ἀρετές, τόσο πιὸ ἀσφαλὴς
αἰσθάνεται, γιατὶ στὸ
τελευταῖο σκαλοπάτι καθόλου δὲν
κινδυνεύει. Κάθοδος χρειάζεται λοιπὸν γιὰ
τὴν πνευματική μας προκοπὴ
καὶ ὄχι ἄνοδος.
Κάθοδος στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς
μας, ποὺ συνιστᾶ τὴν
ἀληθινὴ ἄνοδό
μας στὰ ὕψη τῆς
ἐντὸς ἡμῶν
θείας Βασιλείας.
Ἂς
οἰκειοποιηθοῦμε, ἀδελφοί
μου, τὶς φαρισαϊκὲς ἀρετές
καὶ τὴν τελωνικὴ
μετάνοια, κράζοντας πρὸς τὸν Ἐπουράνιο
Πατέρα τῶν οἰκτιρμῶν:
«Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ
ἁμαρτωλῷ».
π. Στυλιανός Μακρής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.