«Κρίμας, κρίμας κόσμε, σέ ἐξουσιάζουν μέλλοντες νεκροί˙ καί κανείς, κανείς δέν ἔλαχε, δέν ἔλαχε ν’ ἀκούσει ἀκόμη κάν φωνή ἀγγέλων, κάν ὑδάτων πολλῶν, κάν ἐκεῖνο τό «ἔρχου» πού σέ νύχτες ἀϋπνίας μεγάλης ὀνειρεύτηκα. Ἐκεῖ, ἐκεῖ νά πάω σ’ ἕνα νησί πετραδερό πού ὁ ἤλιος τό λοξοπατάει σαν κάβουρας κι ὅλος τρεμάμενος ὁ πόντος ἀκούει καί ἀνταποκρίνεται». Μ’ αὐτά τά ὑπέροχα λόγια ὁ ποιητής Ὀδυσσέας Ἐλύτης, διαζωγραφίζει τό δράμα τῆς ἀνθρωπότητος, τό ὄραμα τοῦ Ἰωάννου , τόν οὐράνιο κόσμο, τόν Παλαιό τῶν Ἡμερῶν καί ἐν τέλει τήν προσδοκία τῆς Ἐκκλησίας. Καί ὁ λόγος τοῦ ποιητοῦ γίνεται ἐπίκαιρος σήμερα, παρά ποτέ ἄλλοτε, ἀφού ἐπληρώθη ἡ γῆ ἀνομιῶν καί οἱ μέν ψευδοπροφήτες τερατουργοῦν, οἱ δέ ψευδόχριστοι μεγαλουργοῦν. Εἶναι ὅλοι αὐτοί οἱ «διάκονοι» τοῦ ψεύδους καί τῆς πλάνης οἱ ὁποίοι ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους, εἴτε στόν εὐφησυχασμό, εὐαγγελιζόμενοι μία ἐπίγεια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἴτε στην ἀπόγνωση, τρομοκρατώντας για τά ἐπερχόμενα δεινά τοῦ Ἀντιχρίστου. Ὅμως «οὐχ οὕτως ἔστε ἐν ἡμῖν».
«Ἀποκάλυψις Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἥν ἔδωκε αὐτῷ ὁ Θεός, δεῖξαι τοῖς δούλοις αὐτοῦ ἅ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει»(Ἀποκ.1,1). Ἡ Ἀποκάλυψη εἶναι τό βιβλίο τό ὁποῖο παραδίδει ὁ Θεός, διά Ιησοῦ Χριστοῦ, στους δούλους Του γιά νά τούς προετοιμάσει γιά ὅλα αὐτά πού σύντομα πρόκειται νά συμβοῦν. Οἱ δούλοι τοῦ Θεοῦ εἶναι οἱ «καθαροί τῇ καρδίᾳ» καί οἱ «ταπεινοί τῷ πνεύματι» ἀγωνιζόμενοι χριστιανοί πού ἐπιζητοῦν τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ Κύριος τῆς Δόξης τούς βεβαιώνει «ὁ γάρ καιρός ἐγγύς»(Ἀποκ.1,3). «Ἰωάννης ταῖς ἑπτά ἐκκλησίαις ταῖς ἐν τῆ Ἀσίᾳ»(Ἀποκ.1,4).Ἐδώ μᾶς ἀποκαλύπτεται ὁ συγγραφέας τῆς Ἀποκαλύψεως. Ἀπευθύνεται στίς Ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας «ὡς ἔχων ἐξουσίαν». Καί αὐτό τό κύρος θά μποροῦσε νά τό ἔχει ἕνας μόνον, ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καί Εὐαγγελιστής τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὁ ὁποῖος εἴχε ἔδρα τήν μεγάλη πόλη τῆς Ἐφέσου. Μεγάλοι Πατέρες τῆς πρώιμης Χριστιανικῆς περιόδου, ὅπως ὁ Ἅγ. Κλήμης Ἀλεξανδρείας, ὁ Τερτυλλιανός, ὁ Ἅγ. Ἱππόλυτος Ρώμης κ.ἄ., κατονομάζουν τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη ὡς τόν συγγραφέα τῆς Ἀποκαλύψεως. «Ἐγώ Ἰωάννης, ὁ ἀδελφός ὑμῶν καί συγκοινωνός ἐν τῇ θλίψει καί Βασιλείᾳ καί ὑπομονῇ ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ, ἐγενόμην ἐν τῇ νήσῳ τῇ καλουμένῃ Πάτμῳ διά τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί τήν μαρτυρίαν Ἰησοῦ Χριστοῦ».( Ἀποκ. 1, 9-10).Κατά τόν μεγάλο διωγμό τοῦ αὐτοκράτορα Δομιτιανοῦ το 95 μ.Χ. ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἐξορίζεται, γιά τήν δράση καί τό κήρυγμά του, στήν πετρώδη νήσο τῆς Πάτμου. «Ἐγενόμην ἐν πνεύματι ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ καί ἤκουσα ὀπίσω μου φωνήν μεγάλην ὡς σάλπιγγος λεγούσης˙ ὅ βλέπεις γράψον εἰς βιβλίον » ( Ἀποκ. 1, 10). Ὁ καθαρός τῇ καρδίᾳ Ἀπόστολος Ἰωάννης, ἀξιώνεται νά δεῖ τά μέλλοντα ὡς παρόντα, νά ἐγγίσει φοβερά μά καί παρήγορα, σκοτεινά μά καί ὁλόφωτα, ὑποχθόνια μά καί ἐπουράνια, παλαιά μά καί καινά, πικρά μά καί λυτρωτικά, σταυρικά μά ἐν τέλει ἀναστάσιμα. Προσψαύουν καί μαρτυροῦν τήν Θεοφανεία, τήν πασχάλια παρουσία τοῦ Παλαιοῦ τῶν Ἡμερῶν, ὁ ἕνας καί τρίκογχος τῆς Ἀποκαλύψεως βράχος, ὁ Αἰγαῖος πόντος, ὁ οὐράνιος θόλος, τά πετρωμένα δάκρυα τῶν ἀσκητῶν τοῦ Σπηλαίου, οἱ βραχωμένες προσευχές τῶν μοναστῶν τῆς Πάτμου, το θάμβος τῶν προσκυνητῶν, ἡ ἀπορία τῶν πολλῶν, ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν, ἐξόχως δέ ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Διαφωτιστικός σ’ αὐτό τό σημεῖο ἀναδεικνύεται ὁ σεβαστός Ἁγιορείτης Γέροντας π. Βασίλειος Γοντικάκης, ὁ ὁποῖος λέγει «Ὅταν ὁ θεατής τῆς Ἀποκαλύψεως γράφη˙ ἐγώ Ἰωάννης ὁ καί ἀδελφός ὑμῶν…ἐγενόμην ἐν Πνεύματι ἐν τῇ Κυριακῇ ἡμέρᾳ …καί εἶδον οὐρανόν καινόν καί γῆν καινήν˙ εἶναι σάν νά μᾶς λέη˙ ἐγώ ὁ ἀδελφός ὑμῶν Ἰωάννης Λειτουργήθηκα. Ἡ Λειτουργία μᾶς φέρνει στο ἀνοιχτό παράθυρο τῆς ἀποκαλύψεως, τῆς ἀφθαρσίας. Μᾶς δίδει τήν δυνατότητα νά ἀναπνεύσωμε καθαρό ἀέρα πού ζωογονεῖ τά σπλάγχνα μας. Μέσα στήν Θεία Λειτουργία ἔχομε αὐτό τό γεγονός καί τήν ἐμπειρία. Τά πάντα γίνονται καινά μέ τήν Χάρη καί τήν κοινωνία τοῦ Αγίου Πνεύματος». Ἡ Ἀποκάλυψη εἶναι βιβλίο παρηγοριᾶς καί ἐλπίδας ἀκαταισχύντου, ἐγκαρτερήσεως καί ἀναστάσεως.Ὁ μυστογράφος τῶν ἀπορρήτων τοῦ Θεοῦ, Ἰωάννης, περιγράφει καθαρότατα ὅλα ὅσα θά πραγματοποιηθοῦν μεταξύ τῆς Πρώτης καί τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. «Ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι, και ὁ ρυπαρός ρυπαρευθήτω ἔτι, καί ὁ δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι, και ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι».( Ἀποκ. 22, 11).Ἀποκαλύπτει τίς μηχανές τοῦ διαβόλου ἀλλά παράλληλα μᾶς βεβαιώνει γιά τήν τελική νίκη τοῦ ἐσφαγμένου Ἀρνίου «Ἐξῆλθε νικῶν και ἵνα νικήσῃ»( Ἀποκ. 6,2). Καί τήν τελική νίκη ἡ Ὀρθοδοξία τήν προγεύεται σέ τοῦτο τόν κόσμο καί σέ χρόνο λειτουργικό: «Μεμνημένοι τοίνυν τῆς σωτηρίου ταύτης ἐντολῆς καί πάντων τῶν ὑπέρ ἡμῶν γεγενημένων, τοῦ Σταυροῦ, τοῦ Τάφου, τῆς τριημέρου Ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς Ἀναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν Καθέδρας, τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν Παρουσίας» (Ἁγ.Ἀναφορά). Κεντρικό πρόσωπο τῆς Ἀποκαλύψεως δέν εἶναι ὁ ψευδοπροφήτης, τό χάραγμα καί ὁ Ἀντίχριστος, ἀλλά ὁ Χριστός, ἡ Ἐκκλησία καί ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Καί εἶδον οὐρανόν καινόν καί γῆν καινήν…καί τήν πόλιν τήν ἁγίαν Ἰερουσαλήμ καινήν εἶδον…ἰδού ἡ σκηνή τοῦ Θεοῦ μετά τῶν ἀνθρώπων…καί ἐξαλείψει ὁ Θεός πᾶν δάκρυον ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν καί ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος, οὔτε κραυγή, οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι˙ ὅτι τά πρῶτα ἀπῆλθον»(Ἀποκ. 21, 1-5).
Στόν κλυδωνισμό τοῦ κόσμου καί στό φρικτό ἄκουσμα τῶν καλπασμῶν τῶν ἴππων, τῶν φερόντων στήν γῆν τόν πόλεμο, τόν λιμό καί τόν θάνατο, ὅπου μοιάζει ἡ ἀνθρωπότητα νά πορεύεται σέ στιγμές κρίσιμες καί σέ ὥρες ἑσπερινές τῆς ἱστορίας της, ἡ Ὀρθοδοξία, διά τοῦ βιβλίου τῆς Ἀποκαλύψεως, βεβαιώνει «τούς ἐγγύς καί τούς μακράν», ὅτι ὑποφώσκουν οἱ ὀρθρινές ἀχτίνες τοῦ Ἠλίου τῆς Δικαιοσύνης, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας « οὐκ ἔσται τέλος». Κέντρο τῆς ζωῆς μας, λοιπόν, δέν εἶναι ὁ πανούργος διάβολος καί ὁ φρικτός Ἀντίχριστος, ἀλλά ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ ἀδολεσχία μας δέν εἶναι οἱ ἡμερομηνίες, οἱ παρερμηνείες, οἱ ἀριθμοσοφίες πού εἶναι μοντέρνες τοῦ διαβόλου δουλείες, ἀλλά κυρίως ἡ μετάνοια, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ προσευχή καί οἱ ἀρετές. Μέλημά μας δέν εἶναι ἡ κοσμική θωράκιση γιά τά ἐπαπειλούμενα δεινά, ἀλλά ἡ, Χάριτι Θεοῦ, κάθαρσή μας ἀπό τά πάθη τῆς καρδιᾶς πού μᾶς μεταβάλλουν σέ μικρούς ἀντιχρίστους. Καί ἡ ὁδός εἶναι μία. Ἡ δι’ ἀσκήσεως καί μετανοίας μετοχή μας στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἀρχιμ. Ἱερεμίου Γεωργαλῆ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.