του π. Στυλιανού Μακρή
Ἄγευστοι τοῦ
νοστίμου πνευματικοῦ ἤμαρος ποὺ
ἀνέτειλε ἐκεῖνο
τὸ βράδυ στὴ Βηθλεέμ, σίγουρα
πλανεμένοι ἀπὸ τὸ
δαιμόνιο τῆς ψευδολόγου ἐνημέρωσης, δὲν
ἦταν λίγοι ἐκεῖνοι
ποὺ ἀνέμεναν πρὶν
ἀπὸ λίγες ἡμέρες
τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Ὁρισμένοι
μάλιστα τὸ πρόλαβαν μὲ τὴν
αὐτοχειρία, τὸ προδίκασαν ἐν
ἑαυτοῖς μὲ
τὴν ἀνόητη ἀπόφαση
νὰ ἐγκαταλείψουν ἑκουσίως
τὸν κόσμο. Οἱ περιλειπόμενοι
διεπίστωσαν ὅτι ἡ πληροφορία γιὰ
τὸ τέλος τοῦ κόσμου ἦταν
ψευδής καὶ συνέχισαν στὴ ῥουτίνα
τῆς ἐπιούσης.
Κι ὅμως τὸ
τέλος τοῦ κόσμου ἦρθε· ἦρθε,
ναί! καὶ δὲν εἶναι
πολλοὶ ὅσοι τὸ
ἀντιλήφθηκαν καὶ τὸ
ἔζησαν. Τὸ τέλος τοῦ
κόσμου ἦρθε· ἦρθε δύο
χιλιάδες δώδεκα χρόνια πρίν. Ἀλλὰ
δὲν ἦταν τέλος ἠχηρό,
φαντασμαγορικό, ὅπως τὸ παρουσιάζει
συναρπαστικὰ ἡ μεγάλη ὀθόνη.
Ἦταν τέλος σιωπηλό, ἀνυποψίαστο, ἀδιάγνωστο
ἀπὸ τοὺς
νοήμονες, ἀντιληπτὸ μόνον μέσα στὴν
ἐνστικτώδη ἀλογία τῶν
ζώων τῆς φάτνης.
Τὸ τέλος τοῦ
κόσμου ἦρθε, ὅταν γεννήθηκε ἡ
Ζωοποιὸς Ἀρχὴ
τοῦ κόσμου, ὁ σαρκωθεὶς
Θεὸς Λόγος, ποὺ ἔγινε
ὁ ἴδιος κόσμος, ὄχι
γιὰ νὰ τὸν
κρίνῃ ἢ νὰ
τὸν καταστρέψῃ, ἀλλὰ
γιὰ νὰ τὸν
ἀλλοιώσῃ θεοπρεπῶς,
νὰ τὸν μεταμορφώσῃ
μέσα στὶς ἀκτῖνες
τῆς δοξασμένης ἀγάπης Του, νὰ
τὸν σώσῃ μέσα ἀπὸ
τὸ λυτρωτικό Του ἔργο. Ὁ
Χριστὸς εἶναι τὸ
τέλος τοῦ κόσμου καὶ ἡ
ἀρχή του· εἶναι τὸ
χρονικὸ καὶ πνευματικὸ
τέλος τῆς φθορᾶς του, ἡ
χρονικὴ καὶ πνευματικὴ
ἀρχὴ τῆς
ἀναδημιουργίας του, μὲ ἄλλα
λόγια ὁ ἀρχικὸς
καὶ τελικός του σκοπός. Καὶ
τὸν σκοπὸ αὐτὸ
καμία συνωμοσιολογικὴ ἡμερολογιακὴ
ἔνδειξη δὲν μπορεῖ
νὰ ἐγκλωβίσῃ
στὰ πλαίσια τῆς πονηρίας τῶν
ἀριθμῶν ἢ
τῶν ἡμερῶν.
Ὅταν οἱ ἡμέρες
εἶναι πονηρές, ἐνίοτε γίνονται
πονηροὶ καὶ οἱ
ἀριθμοί. Τὸ πλήρωμα τοῦ
χρόνου, ἀδελφοί, ἔρχεται μυστικῷ
τῷ τρόπῳ, δὲν
ἐξαντλεῖται σὲ
ἡμερομηνίες ποὺ ἁπλῶς
φαντάζουν, ποὺ ἁπλῶς
ἐντυπωσιάζουν μὲ τοὺς
ἀριθμητικούς τους συνδυασμούς.
«Ὅτε ἦλθε
τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν
ὁ Θεὸς τὸν
Υἱὸν Αὑτοῦ,
γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ
νόμον». Ὅταν ἔφθασε ὁ
κατάλληλος καιρός, τὸ τέλος τοῦ κόσμου τεκμηριώθηκε
στὸ πρόσωπο τοῦ τέλειου, Θεοῦ
καὶ ἀνθρώπου. Διότι
τέλος χωρὶς τὸν Τέλειον δὲν
ὑπάρχει· δὲν ὑπάρχει
χωρὶς τὸν τελειώσαντα
τὸ ἀνατεθὲν
ὑπὸ τοῦ
Πατρός Του ἔργο.
Τὸ τέλος τοῦ
κόσμου, ποὺ συνετελέσθη ἐν Χριστῷ,
δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα
φυσικῆς καταστροφῆς, ἀλλὰ
στροφῆς τῆς φύσεως πρὸς
τὸ καθ’ ὑπέρβασιν· δὲν
ἦταν ἀποτέλεσμα εὐθυγράμμισης
πλανητῶν καὶ οὐρανίων
σωμάτων, ἀλλὰ ἐν
σώματι κάθοδος τοῦ Ἐπουρανίου γιὰ
χάρη τῶν πλανεμένων· δὲν ἦταν
προϊὸν μανίας τοῦ ἐγκέλαδου,
ἀλλὰ συσεισμὸς
ἐν Πνεύματι πραότητος· δὲν
ἦταν παρεπόμενο κατακλυσμοῦ
ὑδάτων, ἀλλὰ
ὑετοῦ δακρύων τῆς
ταλαίπωρης ἀνθρωπότητος, ποὺ μέσα ἀπὸ
τὸν ᾅδη ἐδεεῖτο
τοῦ Κυρίου, γιὰ τὴν
ἐκπλήρωση τῆς θείας ὑπόσχεσης,
τοῦ πρωτευαγγελίου, ποὺ μιλοῦσε
γιὰ τὴν συντριβὴ
τῆς ὀφιακῆς
κεφαλῆς ἀπὸ
τὸ σπέρμα τῆς γυναικός. Ἐν
Χριστῷ καταῤῥέει κάθε
τρομολάγνο σενάριο.
Ὁ Χριστός, τὸ
ἄσπορον σπέρμα τῆς γυναικός,
γεννᾶται, γιὰ νὰ
συντρίψῃ τὸν τραχηλιάσαντα,
νὰ τὸν καταργήσῃ,
νὰ τὸν καταστήσῃ
ἀργὸ καὶ
ἀνίκανο, γεννᾶται, γιὰ
νὰ αὐτοαναιρεθῇ
ὁ θάνατος στὸ πρόσωπο Ἐκείνου,
ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος,
γιὰ νὰ νικηθῇ
ἀπὸ τὸν
ἄνθρωπο ὁ μεγάλος ἐχθρὸς
τῆς ζωῆς, ἀπὸ
τὸν ἄνθρωπο ποὺ
εἶναι ἑνωμένος μὲ
τὸν Θεὸ ἀδιαιρέτως καὶ ἀχωρίστως
σὲ ἕνα πρόσωπο. Ὁ
Χριστός, τὸ ἀτελεύτητο
τέλος τοῦ κόσμου, γεννᾶται, γιὰ
νὰ γίνῃ ὁ
κόσμος κόσμημα ἀνεκτίμητο τῆς ἄνω
βασιλείας, ποὺ θὰ ἀντανακλᾷ
τὴν λάμψη τοῦ Ἀϊδίου.
Δὲν γνωρίζουμε
τί ἡμερομηνία γράφει τὸ ἡμερολόγιο
τῶν Μάγια ἢ τῶν
ἄλλων λαῶν γιὰ
τὴν ἡμέρα τῆς
γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Σαφῶς
δὲν θὰ ἦταν
τὸ ἴδιο ἐντυπωσιακὴ
μὲ τὴν 21ῃ/12/2012,
δὲν θὰ φάνταζε τὸ
ἴδιο συναρπαστικὴ στὰ
μάτια τῶν σύγχρονων εἰδωλολατρῶν.
Δὲν τὴν ἐνδιαφέρει
ὅμως τὴν Ἐκκλησία
ὁ χρόνος τοῦ γεγονότος, ἀλλὰ
ὁ γεγονὼς ἄνθρωπος
Θεὸς Λόγος. Γιὰ τὴν
Ἐκκλησία ὁρίζεται ὡς
χρόνος μηδὲν τῆς πνευματικῆς
κοσμολογίας, ὡς τὸ μηδὲν
ποὺ τέμνει τὸν χρόνο στὰ
δύο, συνδέοντας δύο πραγματικότητες καὶ λειτουργώντας
ἀφενὸς μὲν
ὡς τέλος τοῦ παλαιοῦ,
ἀφετέρου δὲ ὡς
ἀρχὴ καὶ
ἀφετηρίου τοῦ νέου κόσμου. Ἕνα
μηδὲν κάνει τὸ τέλος αὐτὸ
συνταρακτικό.
Ἕνα νέο
ξεκίνημα ἐπιτελεῖται μέσα στὴν
ταπεινὴ φάτνη. Ἡ θεογνωσία
γίνεται ἐμπειρία ψηλαφητή, ὁρατὴ
στοὺς κτιστοὺς ὀφθαλμούς,
ἀντιληπτὴ στὰ
ὦτα τῶν ἀνθρώπων,
ποὺ θὰ ἀκούσουν
γιὰ πρώτη φορὰ τὸν
Θεὸ κλαίοντα ὡς βρέφος, θὰ
Τὸν δοῦν ἐν
σπαργάνοις τὸ μὲν πρῶτον
ὡς νηπιάζοντα, τὸ δεύτερον ἐν
ὀθονίοις ἐνταφιαζόμενον.
Κάθε τέλος, λέγει ὁ
σοφὸς λαός μας, καὶ μιὰ
καινούρια ἀρχή. Καὶ κάθε ἀρχὴ
προδιαγράφει καὶ ἕνα καινούριο
τέλος. Γι’ αὐτὸ καὶ
τὸ τέλος τοῦ κόσμου, ποὺ
συνετελέστηκε στὴ Βηθλεέμ, δὲν εἶναι
τέλος ἀτελές. Ἀτέλειες δὲν
ἔχει ὁ Χριστὸς
στὸ ἔργο Του.
Τίποτε δὲν ἀφήνει
μισοτελειωμένο. Διότι λέγει: «Τὸ ἔργον
ἐτελείωσα, ὃ δέδωκάς Μοι, ἵνα
ποιήσω». Ἀλλὰ αὐτὸ
τὸ τέλος ἔχει συνέχεια
μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος· ἔχει
συνέχεια στὴ δική μας ζωή, ἀδελφοί μου, διότι
κληθήκαμε διαχρονικὰ οἱ ἄνθρωποι
νὰ κάνουμε ἕνα νέο
ξεκίνημα, διαγράφοντας στὴν ψυχή μας τὸ τέλος τοῦ
κοσμικοῦ φρονήματος, ἀναγεννώμενοι
μέσα στὴ φάτνη τῆς ταπεινώσεως,
θερμαινόμενοι ἀπὸ τὰ
χνῶτα ὄχι ἀλόγων,
ἀλλὰ ἐλλόγων
παθῶν, ἀρετῶν
τουτέστιν, σπαργανωμένοι μέσα στὰ λευκὰ
τῆς μετανοίας μας, περιτεμνόμενοι κατὰ
τὴν μεταιότητα τῆς κακίας μας τὴν
ὀγδόη τῆς θείας ἀγάπης.
Ὁ Χριστὸς
εἶναι ἐδῶ,
γεννᾶται κι ἀνατρέφεται στὸ
μέλι καὶ στὸ γάλα, στὸ
μέλι τῆς μελῳδίας τῶν
δοξαζόντων, στὸ γάλα τῆς γαλήνης τῶν
σωζομένων. Ἀνατρέφεται ὁ τρέφων καὶ
συντηρῶν τὰ σύμπαντα, γιὰ
νὰ μὰς θρέψῃ
μὲ τὴν μυστηριακὴ
ζωή· γιατὶ ὅ,τι ἔκανε,
τὸ ἔκανε, γιὰ
νὰ μᾶς δώσῃ
τὴν δυνατότητα νὰ Τὸν
ἐγγίσουμε διὰ τῶν
μυστηρίων. Δὲν ἔχει νόημα ἡ
γέννηση τοῦ Χριστοῦ αὐτοτελῶς,
πέραν τοῦ ὅτι ἁπλῶς
ἡ φύση μας ἑνώνεται μὲ
τὴν θεία φύση στὸ Πανάγιο
πρόσωπό Του. Αὐτὸ δὲν
μᾶς σώζει αὐτομάτως. Ὁ
Χριστὸς γεννᾶται, γιὰ
νὰ σταυρωθῇ, σταυρώνεται,
γιὰ νὰ πεθάνῃ,
πεθαίνει, γιὰ νὰ ἀναστηθῇ,
ἀνασταίνεται, γιὰ νὰ
ἀναληφθῇ, ἀναλαμβάνεται,
γιὰ νὰ καθίσῃ
τὴν ἀνθρώπινη φύση
στὰ δεξιὰ τοῦ
Ἐπουρανίου Πατρός, καὶ τὴν
καθίζει ἐκεῖ, γιὰ
νὰ μπορέσῃ κι ἐκείνη
μὲ τὴν σειρά της ἐν
ὑποστάσει νὰ Τὸν
ἀκολουθήσῃ βαπτιζομένη,
μετανοοῦσα, ἐξομολογουμένη,
μεταλαμβάνουσα.
Ὁ Χριστὸς
εἶναι ἐδῶ
γιὰ τὸν καθένα μας·
πτωχός, γιὰ νὰ μᾶς
πλουτίσῃ, μικρός, γιὰ νὰ
μεγαλώσουμε, νήπιος, γιὰ νὰ ἀνδρωθοῦμε
πνευματικὰ καὶ νὰ
ὠριμάσουμε, ἐν σπηλαίῳ,
γιὰ νὰ μᾶς
καθαρίσῃ ἀπὸ
τοὺς σπίλους τῆς ἁμαρτίας,
δοῦλος, γιὰ νὰ
μᾶς ἀπελευθερώσῃ
ἀπὸ τὴν
τυραννία τοῦ ᾅδη, χοϊκός, γιὰ
νὰ κατακτήσουμε τὰ ἐπουράνια,
ὑπὸ νόμον, γιὰ
νὰ ἀχθοῦμε
ἐν Πνεύματι «οὐκέτι ὑπὸ
παιδαγωγόν» στὴν ἐπίγνωση τοῦ
Θεοῦ καὶ τὴν
τελειότητα τῆς πίστεως, ὅπως
διατρανώνει καὶ ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος.
Ὁ Χριστὸς
εἶναι ἐδῶ
γιὰ τὸν καθένα μας,
γιὰ νὰ μᾶς
ξυπνήσῃ ἀπὸ
τὸν λήθαργο τῆς ἁμαρτίας
καὶ νὰ μᾶς
συγκλονίσῃ μὲ τὸ
συνταρακτικὸ νέο, ποὺ καμία ἐφημερίδα
καὶ κανένα τηλεοπτικὸ κανάλι δὲν
κάλυψε δημοσιογραφικὰ πρὸς ἐνημέρωσή
μας, εἶναι ἐδῶ,
παρών, ἐν μέσῳ ἡμῶν,
γιὰ νὰ μᾶς
ὑποδείξῃ τὸ
θεοπρεπὲς πολίτευμα, ἀλλὰ
καὶ νὰ μᾶς
προετοιμάσῃ γιὰ τὸ
δικό μας ἐπερχόμενο τέλος, ποὺ εἶναι
γιὰ ἐμᾶς
τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Διότι
ὁ κόσμος τελειώνει γιὰ μᾶς,
ἀδελφοί μου, ὅταν τελειώνει
καὶ ἡ προσωπική μας
ζωὴ μέσα σὲ αὐτόν,
εἴτε ἀναπόφευκτο κατὰ
τὴν βιολογική, εἴτε ἐν
ἡμῖν κατὰ
τὴν πνευματικὴ ἔννοια.
Τὸ τέλος τοῦ κόσμου ἦρθε
καὶ ἔρχεται καὶ
θὰ ἔρθῃ,
γιατὶ ὁ Χριστὸς
εἶναι ὁ ὢν
καὶ ὀ ἦν
καὶ ὁ ἐρχόμενος,
φανεὶς ταπεινῶς στὴν
πρώτη Του παρουσία, φαινόμενος μυστηριακῶς στὸ
ἱστορικὸ παρόν, φανούμενος
λαμπρῶς κατὰ τὴν
δεύτερη παρουσία Του, ὅπου καὶ τὸ
ποθητὸ ὁριστικὸ
τέλος καὶ ὁ ἀληθινὸς
πλέον κόσμος, τὰ ὁποῖα
δὲν τρομοκρατοῦν τοὺς
σώφρονες, ἀλλὰ τοὺς
ὑποβάλλουν στὴν ἑτοιμασία
τοῦ ἀγῶνα
κατὰ τῶν παθῶν.
Σήμερα, ποὺ
«οἱ οὐρανοὶ
ἀγάλλονται» καὶ «χαίρει ἡ
φύσις ὅλη» ἡ Ἐκκλησία
μᾶς καλεῖ νὰ
χαροῦμε κι ἐμεῖς
καὶ νὰ πανηγυρίσουμε
γιὰ τὸ τέλος τοῦ
κόσμου, μᾶς καλεῖ νὰ
τὸ δοῦμε ὑπὸ
τὸ πρῖσμα τοῦ
Θείου Πνεύματος, ποὺ κτίζει καὶ ἀνακαινίζει,
ὄχι ὑπὸ
τὸ πρῖσμα μιᾶς
δαιμονικῆς προφητείας ποὺ καταστροφολογεῖ
καὶ ἀπελπίζει. Μᾶς
καλεῖ ἡ Ἐκκλησία
νὰ προσεγγίσουμε μὲ συστολὴ
καὶ θεῖο φόβο τὸ
μυστήριο τῆς ἐπιφανείας τοῦ
Χριστοῦ, δίχως ἀναστολὲς
καὶ φόβους ἀνυπόστατους. Ὁ
καινούριος κόσμος ἀνατέλει ἐν Χριστῷ
ἁπλά, ταπεινά, ἀθόρυβα,
προσκαλῶντας κι ἐμᾶς
νὰ καταυγαστοῦμε στὸ
φῶς αὐτῆς
τῆς ἀνατολῆς,
μᾶλλον δὲ νὰ
ἀνατείλουμε κι ἐμεῖς
μὲ τὴν σειρά μας ὡς
νέος κόσμος, ὡς καινὴ κτίσις, καὶ
νὰ ἑορτάσουμε μιὰ
καινούρια ἀρχή. Ἂς στρέψουμε τὸ
βλέμμα μας στὴν ταπεινὴ Βηθλεέμ, ἂς
στρέψουμε τοὺς πνευματικοὺς ὀφθαλμούς
μας στὴν ταπεινὴ Βηθλεέμ τῆς
ψυχῆς μας, γιὰ νὰ
κατανοήσουμε τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς γεννήσεως τοῦ
Χριστοῦ στὸν κόσμο καὶ
μέσα μας.
ομιλία στον Εσπερινό των Χριστουγέννων
στον Ι.Ν. Αγ. Αντωνίου Βεροίας 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.