Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ. Θ.
Ένα από τα πλέον δραματικά γεγονότα στην
ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης ήταν αναμφισβήτητα η βαβυλώνια αιχμαλωσία. Ο
θάνατος του βασιλιά Σολομώντα σήμανε τη διάσπαση του ενιαίου βασιλείου
(922 π.Χ.), σε βόρειο και σε νότιο βασίλειο με πρωτεύουσα την
Ιερουσαλήμ. Η ασύνετη πολιτική των περισσοτέρων βασιλέων ενεθάρρυνε επιθέσεις
γειτονικών λαών και μαζί με την ηθική κατάπτωση οδήγησε γενικά σε
αποσταθεροποίηση και αποδυνάμωση των βασιλείων. Έτσι το βόρειο βασίλειο
καταλύθηκε από τους Ασσυρίους το 722 π.Χ. ενώ το 586 π.Χ. ο
βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ ήρθε με όλο το στρατό του στην Ιερουσαλήμ
και την κατέλαβε. Οι Βαβυλώνιοι έκαψαν το Ναό του Θεού και γκρέμισαν το τείχος
της Ιερουσαλήμ. Έβαλαν φωτιά σε όλα τα ανάκτορά της και κατέστρεψαν εντελώς όλα
τα πολύτιμα αντικείμενα της πόλης. Εκείνους που σώθηκαν από τη σφαγή, τους
μετέφεραν στη Βαβυλώνα, όπου έγιναν δούλοι στο βασιλιά και στους απογόνους του,
μέχρις ότου κατέλαβαν την Βαβυλώνα οι Πέρσες οπότε και τους επιτράπηκε η
επιστροφή στην Ιερουσαλήμ.
Κατά έναν παρόμοιο τρόπο, κατά τη
διάρκεια τη πανδημίας του ιού Covid-19 που ενέσκηψε τους τελευταίους
μήνες και εμείς οι πιστοί βιώσαμε ένα ιδιότυπο είδος αιχμαλωσίας,
ένα είδος εξορίας καθώς εδώ και δύο μήνες, από τον Μάρτιο του 2020,
οι Ιεροί μας Ναοί έκλεισαν και σφραγίστηκαν. Απαγορεύτηκε η παρουσία και η
συμμετοχή των πιστών στη λατρεία. Αποξενωθήκαμε από την κοινή εκκλησιαστική
λατρεία και ειδικότερα από την ευχαριστιακή σύναξη, την τέλεση της Θείας
Ευχαριστίας. Στερηθήκαμε την πηγή της ζωής μας, τη Θεία Κοινωνία.
Θρηνήσαμε αυτό το άδειασμα και την ερημία των Ναών όπως ο
προφήτης Ιερεμίας θρήνησε για την ερημία της Ιερουσαλήμ μετά την
καταστροφή της: «Αχ, αλίμονο, πώς έμεινε έρημη η πόλη που είχε άλλοτε τόσο πολύ
λαό! Αυτή που ήταν ονομαστή στα έθνη ανάμεσα απόμεινε σαν χήρα. Των πόλεων η
πριγκίπισσα υποδουλώθηκε» (Θρ. Ιερ.1,1).