Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ.Θ.
Όταν ο άγιος Εφραίμ Κατουνακιώτης, νέος
όντας μοναχός, επισκέφθηκε για πρώτη φορά με τον Γέροντα του Νικηφόρο, τον άγιο
Ιωσήφ τον Ησυχαστή, για τον οποίο έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση, ο άγιος Ιωσήφ
ρώτησε το Γέροντά του: “Κάνει, παπά Νικηφόρε, ο Εφραίμ υπακοή”;
Ο άγιος Εφραίμ, όπως έλεγε ο ίδιος
μετέπειτα, του προκάλεσε συγκίνηση και θαυμασμό η ερώτηση του Γέροντος Ιωσήφ
προς τον Γέροντά του, που έγινε κατά την πρώτη συνάντησή τους. Δεν αναφερόταν
στο εργόχειρο ή την ικανότητα του υποτακτικού στις διάφορες εργασίες της
καλύβης αλλά στο αν τηρεί την υπακοή. Αναφέρει χαρακτηριστικά: “Αυτό με
συγκλόνισε. Αισθάνθηκα ότι μέσα σε αυτόν τον Γέροντα υπάρχει ζωή και Χάρις,
γιατί αυτή την ερώτηση από κανένα άλλον δεν την είχα ακούσει. Ευτυχώς που ο
παπα-Νικηφόρος δεν με εμπόδιζε να επισκέπτομαι και να διδάσκομαι από αυτόν την
Πατερική παράδοση”1.
Η ερώτηση αυτή του αγίου Ιωσήφ δεν ήταν
τυχαία, διότι έχοντας πείρα του πνευματικού αγώνος κατανοούσε απόλυτα ότι η
αδιάκριτος υπακοή στον Γέροντα, τον πνευματικό, τον εξομολόγο αποτελεί θεμέλιο
και πυλώνα της πνευματικής προόδου. Η υπακοή αποτελεί σύνοψη των υπολοίπων
αρετών. Άλλωστε όντας πρότυπον υπακοής “ο γλυκύς ημών Ιησούς πρώτος τον
δρόμον εχάραξε και τύπος εγένετο εις ημάς πόσο μάλλον ημείς χρεωστούμεν οπίσω
Του να βαδίσωμεν”, έλεγε χαρακτηριστικά ο άγιος Ιωσήφ ο ησυχαστής2.
Ο Ιησούς Χριστός έθεσε τα θεμέλια
της πνευματικής πατρότητας, “ἐταπείνωσεν ἑαυτόν” και έγινε άνθρωπος
(Φιλιπ. 2,8) υπακούοντας στο Θεό Πατέρα(Εβρ. 5,8-9) και έδειξε τον δρόμο
που πρέπει να βαδίσουμε ώστε να τον μιμηθούμε. Όπως ο Ιησούς
υπάκουσε στο Θεό Πατέρα, “οὐ ζητῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ
πέμψαντός με Πατρός”(Ιωαν.5,30) και επίσης “πάτερ μου ….οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ᾿
ὡς σύ”(Ματθ.26,39)3,
και εμείς οφείλουμε υπακοή στους πνευματικούς μας Πατέρες και προϊσταμένους,
στους Επισκόπους, στους Ηγουμένους των μοναστικών κοινοτήτων, στους
πνευματικούς-εξομολόγους, διότι όπως έχουμε διδαχθεί από τα παραδείγματα
των προ ημών, άνευ της υπακοής είναι αδύνατος η σωτηρία. Δια της υπακοής ο
άνθρωπος καταδικάζει τη μητέρα των παθών που είναι η φιλαυτία και ο εγωισμός
και έτσι οδηγείται στην αυταπάρνηση (Ιω.15,12-13) η οποία είναι η βάσις της
ανιδιοτελούς αγάπης δια της οποίας ο άνθρωπος ομοιάζει τον Θεό διότι “ὁ
Θεὸς ἀγάπη ἐστίν”(Α΄Ιω.4,7-8)4.
Δια της παρακοής εξήλθε ο άνθρωπος του Παραδείσου και δια της υπακοής
εισέρχεται και πάλιν.