Τετάρτη 24 Αυγούστου 2022

Διάκριση Ηγουμένου-Γέροντος και Πνευματικού εξομολόγου.



Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ.Θ.



Όταν ο άγιος Εφραίμ  Κατουνακιώτης, νέος όντας μοναχός, επισκέφθηκε για πρώτη φορά με τον Γέροντα του Νικηφόρο, τον άγιο Ιωσήφ τον Ησυχαστή, για τον οποίο έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση, ο άγιος Ιωσήφ ρώτησε το Γέροντά του: “Κάνει, παπά Νικηφόρε, ο Εφραίμ υπακοή”;

Ο άγιος Εφραίμ, όπως  έλεγε ο ίδιος μετέπειτα, του προκάλεσε συγκίνηση και θαυμασμό η ερώτηση του Γέροντος Ιωσήφ προς τον Γέροντά του, που έγινε κατά την πρώτη συνάντησή τους. Δεν αναφερόταν στο εργόχειρο ή την ικανότητα του υποτακτικού στις διάφορες εργασίες της καλύβης αλλά στο αν τηρεί την υπακοή. Αναφέρει χαρακτηριστικά: “Αυτό με συγκλόνισε. Αισθάνθηκα ότι μέσα σε αυτόν τον Γέροντα υπάρχει ζωή και Χάρις, γιατί αυτή την ερώτηση από κανένα άλλον δεν την είχα ακούσει. Ευτυχώς που ο παπα-Νικηφόρος δεν με εμπόδιζε να επισκέπτομαι και να διδάσκομαι από αυτόν την Πατερική παράδοση”1.

Η ερώτηση αυτή του αγίου Ιωσήφ δεν ήταν τυχαία, διότι έχοντας πείρα του πνευματικού αγώνος κατανοούσε απόλυτα ότι η αδιάκριτος υπακοή στον Γέροντα, τον πνευματικό, τον εξομολόγο αποτελεί θεμέλιο και πυλώνα της πνευματικής προόδου. Η υπακοή αποτελεί σύνοψη των υπολοίπων αρετών. Άλλωστε όντας πρότυπον υπακοής  “ο γλυκύς ημών Ιησούς πρώτος τον δρόμον εχάραξε και τύπος εγένετο εις ημάς πόσο μάλλον ημείς χρεωστούμεν οπίσω Του να βαδίσωμεν”, έλεγε χαρακτηριστικά ο άγιος Ιωσήφ ο ησυχαστής2.

 Ο Ιησούς Χριστός έθεσε τα θεμέλια της πνευματικής πατρότητας, “ἐταπείνωσεν ἑαυτόν” και έγινε άνθρωπος (Φιλιπ. 2,8) υπακούοντας στο Θεό Πατέρα(Εβρ. 5,8-9) και  έδειξε τον δρόμο που πρέπει να βαδίσουμε  ώστε να τον μιμηθούμε. Όπως ο Ιησούς  υπάκουσε στο Θεό Πατέρα, “οὐ ζητῶ τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός”(Ιωαν.5,30) και επίσης “πάτερ μου ….οὐχ ὡς ἐγώ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ”(Ματθ.26,39)3,  και εμείς οφείλουμε υπακοή στους πνευματικούς μας Πατέρες και προϊσταμένους, στους Επισκόπους, στους Ηγουμένους των μοναστικών  κοινοτήτων, στους πνευματικούς-εξομολόγους,  διότι όπως έχουμε διδαχθεί από τα παραδείγματα των προ ημών, άνευ της υπακοής είναι αδύνατος η σωτηρία. Δια της υπακοής ο άνθρωπος καταδικάζει τη μητέρα των παθών που είναι η φιλαυτία και ο εγωισμός και έτσι οδηγείται στην αυταπάρνηση (Ιω.15,12-13) η οποία είναι η βάσις της ανιδιοτελούς αγάπης δια της οποίας ο άνθρωπος ομοιάζει τον Θεό  διότι “ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν”(Α΄Ιω.4,7-8)4. Δια της παρακοής εξήλθε ο άνθρωπος του Παραδείσου και δια της υπακοής εισέρχεται και πάλιν.

    Είναι σαφής ο λόγος του Κυρίου προς τους Αποστόλους και μαθητές Του: “῾Ο ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με”(Λουκ.10,16) δηλαδή “όποιος ακούει εσάς, ακούει εμένα· όποιος απορρίπτει εσάς, απορρίπτει εμένα· και όποιος απορρίπτει εμένα, απορρίπτει αυτόν που με απέστειλε“. Μας υπέδειξε δηλαδή ο Κύριος  ότι οι συνεχιστές του έργου Του, οι Απόστολοι και οι μαθητές Του και οι μαθητές αυτών, και διάδοχοί τους, και οι θεοφόροι Πατέρες και οι πνευματικοί καθοδηγητές μας, είναι απεσταλμένοι από τη Θεία Χάρη και σε αυτούς οφείλουμε υπακοή. Και ναι μεν δίνεται η εντύπωση ότι είναι υπακοή προς το πρόσωπό τους όμως στην ουσία είναι στην ενέργεια της Θείας Χάριτος, διδάσκει ο μακαριστός Γέρων Ιωσήφ Βατοπαιδινός5.

 

    Πιστός και αιώνιος παραμένει ο  λόγος του αποστόλου Παύλου ο οποίος παραγγέλλει: “Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε· αὐτοί γάρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες”(Εβρ.13,7) ως  απαραίτητος προϋπόθεση  για την ευρυθμία της εκκλησιαστικής και μοναστικής κοινότητας, ώστε να μην ανακύπτουν  διχόνοιες και έριδες (Α΄Κορ.3,3).

Στο συγκεκριμένο χωρίο ο Απ. Παύλος αναφέρεται γενικά στους πνευματικούς προϊσταμένους και η λέξη “Ηγούμενος”  δεν έχει τη σημασία που έλαβε μετά την οργάνωση και καθιέρωση των κοινοβιακών μοναστικών κοινοτήτων τον 5ο αιώνα. Η λέξη “Ηγούμενος” ετυμολογείται από το ρήμα “ηγούμαι” και σημαίνει αυτόν που είναι επικεφαλής, διευθύνει και καθοδηγεί. Ο Ηγούμενος ασκεί τόσο διοικητικά όσο και πνευματικά καθήκοντα μέσα στα όρια του μοναστηριού.

Γέρων στην μοναστική και εκκλησιαστική γλώσσα σημαίνει τον πνευματικό καθοδηγητή. Δεν είναι απαραίτητα ένας Γέρων να κατέχει ταυτόχρονα και ιερατικό αξίωμα. Έχουμε πλείστα σύγχρονα παραδείγματα αγίων Γερόντων όπως του αγίου Παϊσίου του αγιορείτου, του αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστή, του μακαριστού Ιωσήφ Βατοπαιδινού, κ.α., οι οποίοι αν και δεν είχαν ιερατικό αξίωμα όμως καθοδηγούσαν πνευματικώς στο δρόμο της αγιότητας μοναχούς, Κληρικούς και λαϊκούς. Δέχονταν την εξαγόρευση των λογισμών, των αμαρτιών και των προβληματισμών  των υποτακτικών τους. Γι’  αυτό είναι σύνηθες φαινόμενο στα μοναστήρια πριν τη Θεία Κοινωνία να αναγιγνώσκεται από τον προϊστάμενο  ιερέα που τελεί τη Θεία Λειτουργία  η συγχωρητική ευχή ώστε αυτοί που έλαβαν  άδεια  από τον  Γέροντά τους να μπορέσουν να κοινωνήσουν. Άλλοι πάλι Γέροντες  είχαν και ιερατικό αξίωμα όπως ο άγιος Εφραίμ Κατουνιακιώτης, ο άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, ο άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, κ.α. Ένας Γέρων είναι δυνατόν να καθοδηγεί μια μοναστική κοινότητα χωρίς να είναι Ηγούμενος αυτής. Παράδειγμα ο οσιώτατος Γέρων μοναχός Ιωσήφ Βατοπαιδινός (+2009) ο οποίος καθοδηγούσε πνευματικά τη μοναστική κοινότητα της Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου χωρίς να κατέχει ούτε ιερατικό αξίωμα, ούτε  αξίωμα  Ηγουμένου.

Ο Γέροντας δεν είναι αναγκαστικά ηλικιωμένος, αλλά ο έμπειρος στην πνευματική ζωή. Είναι ο άνθρωπος που μπορεί να προσφέρει όχι τόσο ηθικές διδασκαλίες, όσο τρόπο ζωής. Στο πρόσωπο του πνευματικού πατέρα βλέπει ο πιστός τον ίδιο το Χριστό, που είναι και ο πραγματικός του πατέρας. Και η αγάπη του και υπακοή προς το Χριστό εκδηλώνεται με την αγάπη του και την υπακοή προς τον πνευματικό του πατέρα6.

Στις εκκλησιαστικές κοινότητες εκτός των μοναστικών κοινοτήτων,  στις ενορίες, το πρόσωπο του πνευματικού καθοδηγητή ταυτίζεται με αυτό του ιερέα-εξομολόγου ο οποίος αφουγκράζεται τα προβλήματα των λαϊκών  που ζουν εντός του κόσμου  και προσπαθεί να αναπαύσει, να καθοδηγήσει, να συμπαρασταθεί. Στο πετραχήλι του εξομολόγου οι πιστοί καταθέτουν τις αμαρτίες τους, εκφράζουν έμπρακτα τη διάθεση να μετανοήσουν ώστε να λάβουν τη συγχώρεση κατά το λόγο του Κυρίου “ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται” (Ιωαν.20,23).

Οι  μοναχοί και οι λαϊκοί, αν και πορεύονται διαφορετικούς δρόμους, με διαφορετικούς πειρασμούς και δοκιμασίες, αποβλέπουν όμως σε ένα κοινό στόχο και σκοπό που είναι η αγιότητα μαθητεύοντας δίπλα στους πνευματικούς τους Πατέρες. Άπαντες οι πνευματικοί προϊστάμενοι οφείλουν υπακοή στον οικείο Επίσκοπο  όπως  επιτάσσουν οι κανόνες της Εκκλησίας.

 

Δυστυχώς η εποχή μας είναι εποχή ανυπακοής η οποία τροφοδοτείται από την έπαρση και τον εγωισμό. Ανυπακοή των παιδιών προς τους γονείς, των πολιτών προς τους νόμους, των μαθητών προς τους δασκάλους, κ.ο.κ. Αλλά και το λειτούργημα μας ως πνευματικών-εξομολόγων καθίσταται δυσχερές και δύσκολο διότι οι εξομολογούμενοι πολλές φορές δεν έχουν ούτε διάθεση ούτε πνεύμα υπακοής. Ένα “γιατί”, μια αντιλογία, συνήθως προβάλλεται από τον εξομολογούμενο προς τον εξομολόγο, το οποίο υπηρετεί το ίδιον θέλημα,  και ανακόπτει την πορεία προς την πνευματική τελείωση. Πολλοί των προσερχομένων στο μυστήριο της εξομολόγησης προτιμούν να ακούν τους δικούς τους λογισμούς παρά να κάνουν υπακοή  διότι δεν θέλουν να απαρνηθούν το εγωιστικό τους θέλημα. Μάλιστα ορισμένες  φορές μηχανεύονται  τρόπους για να αποδείξουν στον πνευματικό τους και ταυτόχρονα να καθησυχάσουν τη συνείδησή τους ότι δήθεν κάνουν υπακοή  ικανοποιώντας ταυτόχρονα και την κενοδοξία τους. Έτσι ρωτούν τον πνευματικό για θέματα  ήσσονος σημασίας και ενδιαφέροντος και για τα οποία  είναι έτοιμοι να υπακούσουν στην υπόδειξη του  (π.χ.  τι είδος αυτοκίνητο  ν’  αγοράσουν και άλλα συναφή) αλλά όταν έρχεται η ώρα  ν΄ αρνηθούν  το ίδιον θέλημα  και  να συμμορφωθούν σε υποδείξεις του πνευματικού για  μείζονα θέματα πνευματικής και οικογενειακής ζωής τότε ορθώνουν το τείχος της ανυπακοής  προφασιζόμενοι διαφόρους λόγους.

Μην απαττώμεθα. Άνευ της υπακοής δεν είναι δυνατόν να πορευθούμε τον δρόμο που μας υπέδειξε ο Κύριος ο οποίος  απετέλεσε  πρότυπο υπακοής. Καλούμαστε λοιπόν και εμείς να ακολουθήσουμε “τοῖς ἴχνεσιν αὐτοῦ”(Α΄Πετρ.2,21) να  αντιγράψουμε το πρότυπό μας, Ιησού Χριστό7. Βέβαια ορισμένοι θα σκεφτούν ότι αυτά ίσχυαν παλιά, στην εποχή των μεγάλων ασκητών και ότι τώρα είναι τέτοιες οι συνθήκες που πρέπει να είμαστε κάπως ελαστικοί στο ζήτημα αυτό όπως και σε άλλα ζητήματα. Δεν ισχύει όμως αυτό και θα φέρω ως παράδειγμα αυτό ενός σύγχρονου Αγίου, ο οποίος δεν έζησε πριν 1000 ή 500  χρόνια αλλά ήταν σύγχρονός μας και πολλοί εξ ημών τον γνωρίσαμε και πήραμε την ευχή του. Αναφέρομαι στον άγιο Εφραίμ  Κατουνακιώτη (+1998) ο οποίος έκανε   απόλυτον υπακοήν και υπομονήν  σε έναν κατά κοινή ομολογία  δύσκολο και δύστροπο Γέροντα, τον παπα-Νικηφόρο με τον οποίο κατοικούσε και διακονούσε ως υποτακτικός πάνω από  40 χρόνια. Έκανε όμως απόλυτον υπακοήν και για αυτό το λόγο χαριτώθηκε από το Θεό και σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, όπως διαβεβαιώνει  ο Γέρων Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός, τον οποίον εγνώριζε προσωπικά και συνδέονταν με πνευματικό δεσμό διότι καθοδηγούνταν πνευματικώς από τον άγιο Ιωσήφ τον ησυχαστή, εξαιτίας της απολύτου υπακοής που επεδείκνυε,  απέκτησε διόραση και προόραση και προφητεία. Αυτή είναι η δύναμη και η αξία της υπακοής8.

Η υπακοή αυτή που οφείλουμε να επιδεικνύουμε είναι στην ενέργεια της Θείας Χάριτος που φέρει ο πνευματικός και όχι στο πρόσωπο αυτό καθεαυτό. Ειδάλλως καραδοκεί  ο κίνδυνος  της  προσωπολατρείας. Ήδη κατά τα αποστολικά χρόνια  το φαινόμενο της  προσωπολατρείας παρουσιάστηκε στην εκκλησιαστική κοινότητα της Κορίνθου καθώς δημιουργήθηκαν  ομάδες  που η κάθε μια διεκδικούσε για τον εαυτό  της ως ηγέτη έναν απόστολο. Ο ένας έλεγε: “εγώ είμαι του Παύλου”, ο άλλος: “εγώ είμαι του Απολλώ”, ένας άλλος: “εγώ είμαι του Κηφά” και κάποιος άλλος: “εγώ είμαι του Χριστού”(Α΄Κορ.1, 12). Δεν επρόκειτο  περί αιρέσεων ή  σχισμάτων αλλά περί ομάδων, οι οποίες έδειχναν θαυμασμό και εκτίμηση σε έναν απόστολο, που τον θεωρούσαν ανώτερο από τους άλλους. Έτσι και τώρα πολλές φορές δημιουργείται αυτό το φαινόμενο όταν ομάδες θρησκευομένων, εμφορούμενοι από έπαρση και εγωισμό,  αυτοαπομονώνονται γύρω από το πρόσωπο ενός Γέροντα το οποίο υπερτιμούν και θεωρούν ότι και μόνο η καθοδήγηση από αυτόν τον Γέροντα οδηγεί αυτομάτως στη σωτηρία! Μάλιστα κομπάζουν από κενοδοξία και διαλαλούν ότι  είμαστε πνευματικοπαίδια του τάδε Γέροντα περιφρονώντας όσους δεν ανήκουν στην ομάδα τους. Η ύπαρξη τέτοιων προβλημάτων μέσα στην Εκκλησία είναι αναπόφευκτη εξαιτίας  της ανθρώπινης αδυναμίας. Αν και δεν οδηγεί  κατ΄ ανάγκην σε διάσπαση της Εκκλησίας, χωρίς αυτό να αποκλείεται ορισμένες φορές,  όμως οδηγεί σε φατρίες και παρασυναγωγές οι οποίες χαρακτηρίζονται από φαινόμενα παθολογικής και αρρωστημένης   προσκόλλησης  προς το πρόσωπό του  Γέροντα, του πνευματικού και  εξομολόγου. Ο πνευματικός-εξομολόγος   δεν πρέπει  να συντηρεί και να τρέφει τέτοιες καταστάσεις  επισημαίνοντας στο ποίμνιό του ότι  οφείλει να προσκολλάται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Υπακοή στον πνευματικό σημαίνει  τήρηση των εντολών του Θεού και όχι προσωπολατρεία. Τα μέλη της Εκκλησίας αποτελούν “Ναό του Θεού” και κάθε προσπάθεια διασπάσεως της ενότητας αυτού του Ναού μαρτυρεί ότι οι υπαίτιοι της διασπάσεως δεν είναι συνδεδεμένοι με τον αρχηγό και θεμελιωτή της Εκκλησίας Ιησού Χριστό9.

 

Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος καλεί τον πνευματικό πατέρα να μιμηθεί τον ιατρό του σώματος10. Όπως ο ιατρός εφοδιάζεται  με τα κατάλληλα ιατρικά εργαλεία και φάρμακα  κατά τον ίδιο τρόπο ο πνευματικός πατέρας  οφείλει να εφοδιαστεί με πνευματικά φάρμακα για την απαλλαγή του ανθρώπου από την αρρώστια της αμαρτίας11.

Οι Πατέρες μας διδάσκουν ότι η αμαρτία είναι   ασθένεια που εισέβαλλε μέσα στην φύση μας, εξαιτίας της παρακοής12. Ο άνθρωπος  λοιπόν καλείται να επιζητήσει θεραπεία ώστε από το παρά φύσιν που είναι η αμαρτία, να οδηγηθεί και πάλι στο κατά φύσιν, που είναι η αρετή  και να αποκτήσει εκ νέου την υγεία της ψυχής του. Όταν το σώμα αρρωσταίνει τότε απορρυθμίζεται και οι λειτουργίες του αποσυντονίζονται. Παρομοίως και  η  ψυχή, εξαιτίας της υποδούλωσης στα πάθη,  έχει ασθενήσει διότι δεν λειτουργεί με τους κανόνες που έχει θέσει ο Δημιουργός Θεός κατά την κατασκευή της αλλά με τους κανόνες της αμαρτίας που είναι τα πάθη.

Τα φάρμακα της αποθεραπείας μας από τα πάθη και την αμαρτία είναι οι ευαγγελικές εντολές. Οι άνθρωπος οφείλει να τηρήσει  τις ευαγγελικές εντολές  για να επιτύχει την ίαση από  τη ασθένεια των παθών και της αμαρτίας.  Ο πνευματικός αναλαμβάνει τον ρόλο  να οδηγήσει τον πιστό στο μονοπάτι της θεραπείας από  την ασθένεια της αμαρτίας.

Όπως ο ασθενής δεν γνωρίζει ποια είναι τα αναγκαία φάρμακα τα οποία θα θεραπεύσουν τη σωματική ασθένεια αλλά ο ειδικευμένος γιατρός, κατά τον ίδιο τρόπο ο πνευματικός πατέρας είναι ο  αρμόδιος για να υποδείξει τα φάρμακα για την θεραπεία της ψυχής. Εάν, στην περίπτωση της σωματικής ασθένειας, ο ασθενής δεν υπακούσει στο γιατρό και  δεν ακολουθήσει τις συμβουλές του, δεν θα θεραπευθεί, κατά τον ίδιο τρόπο και ο πιστός αν δεν κάνει υπακοή  τότε δεν θα  θεραπευθεί από την αμαρτία.

Όπως η μειωμένη δόση ή η υπερδοσολογία ενός φαρμάκου στην περίπτωση των σωματικών ασθενειών δεν θα  έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα, κατά το ίδιο τρόπο ο πνευματικός πρέπει να καθορίσει την ακριβή ποσότητα του πνευματικού φαρμάκου ώστε να θεραπευθεί ο πιστός. Αυτό  ονομάζεται διάκριση. Έτσι άλλους ωφελεί ο έπαινος, άλλους η επίπληξη, άλλους ο δημόσιος έλεγχος, άλλους η μυστική νουθεσία. Και “ορισμένες φορές είναι καλύτερα να στέλνεις σιωπηλά την αγάπη σου, παρά να λες λόγια”, λέγει ο άγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης13.Μόνο ο πνευματικός πατέρας που έχει διάκριση μπορεί να κατανοήσει τι είναι ωφέλιμο για το πνευματικό του τέκνο κάθε στιγμή14.

Το χάρισμα της διάκρισης υπενθυμίζει ότι στην θεραπεία των ψυχών  δεν είναι το ίδιο μέτρο πάντοτε υγιεινό ή πάντοτε βλαβερό15. Κάτι που ίσως είναι χρήσιμο και καλό για μερικούς, μπορεί να βλάψει άλλους, γιατί οι καταστάσεις παρουσιάζουν ποικιλία όπως και οι χαρακτήρες αυτών που θεραπεύονται. Γι’ αυτό είναι αδύνατο, όση σύνεση κι επιμέλεια κι αν χρησιμοποιηθεί, να καθοριστούν κανόνες πάνω στους οποίους θα στηριχθεί ο πνευματικός. Μόνο η πείρα και η θεία βοήθεια είναι ικανές να τον βοηθήσουν16.

Όπως στην περίπτωση των σωματικών ασθενειών ο γιατρός πρέπει να είναι ακριβής γνώστης της ιατρικής,  κατά τον ίδιο τρόπο και ο πνευματικός  πρέπει να έχει πείρα  ώστε να μπορέσει να καθοδηγήσει το πνευματικό του τέκνο. Πρέπει να γνωρίζει ακριβώς όχι μόνο όλους τους τρόπους θεραπείας αλλά και ο ίδιος πρέπει να διακρίνεται για την αρετή17.“Δεν είναι σωστό το λιοντάρι να βόσκει τα πρόβατα. Παρομοίως δεν είναι ασφαλές ένας που είναι ακόμη υποδουλωμένος στα πάθη να κυβερνά άλλους που είναι στην ίδια κατάσταση”, λέγει  χαρακτηριστικά ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος στο λόγο του προς τον ποιμένα.  Η αρετή πρέπει να συνοδεύει τον πνευματικό πατέρα για να επιτύχει το έργο του18.

Η εξαγόρευση των λογισμών και η εξομολόγηση των αμαρτιών είναι προϋπόθεση για τη θεραπεία από τα πάθη.  Όπως ο ασθενής δεν ντρέπεται τον ιατρό που τον εξετάζει έτσι και ο εξομολογούμενος δεν πρέπει να ντρέπεται να φανερώσει στον πνευματικό πατέρα τα παραπτώματά του διότι “όσοι ντράπηκαν τους ιατρούς, άφησαν τις πληγές να σαπίσουν· πολλοί μάλιστα πολλές φορές οδηγήθηκαν και στον θάνατο”, μας διδάσκει  και πάλι ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος19. Δεν πρέπει να υπάρχει ντροπή διότι στον πόλεμο δεν υπάρχουν μόνο νίκες αλλά και πτώσεις και ήττες. Όμως  υπάρχει και η μετάνοια η οποία εξαλείφει το κύριο όπλο του διαβόλου που είναι η απελπισία και η απογοήτευση.

 

Ο καπετάνιος δεν μπορεί μόνος του, χωρίς τους ναύτες  να σώσει το πλοίο, ούτε ο ιατρός να θεραπεύσει τον ασθενή, αν προηγουμένως δεν παρακληθεί από αυτόν και αν δεν παρακινηθεί από την πλήρη εμπιστοσύνη του και την φανέρωση του τραύματος. Έτσι δεν μπορούμε να θεραπεύσουμε την ασθένεια της ψυχής αν δεν αποκαλύψουμε αυτήν την ασθένεια ώστε  να αρχίσει η διαδικασία της θεραπείας20.

Η εξομολόγηση, η αποκάλυψη των λογισμών στον πνευματικό είναι η βάσις για την επιτυχή έκβαση του πολέμου εναντίον του διαβόλου. Οι Πατέρες μας διδάσκουν ότι όλη η δύναμις του διαβόλου βασίζεται στην κρυψίνοια και τη σιωπή από την πλευρά του εξομολογουμένου. Με αυτόν τον τρόπο εργάζεται ο διάβολος καθώς  αιχμαλωτίζει τον νου του ανθρώπου, τον  παρασέρνει όπου θέλει αυτός και τον υποδουλώνει. Ταυτόχρονα, μετά τη διάπραξη της αμαρτίας  ο διάβολος  χρησιμοποιεί το όπλο της  απογοήτευσης  και της απελπισίας ώστε να  οδηγήσει τον άνθρωπο στην τελική καταστροφή. Αν κρύβουμε τους λογισμούς μας από τον πνευματικό και  τους πιστεύουμε  είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθούμε στην πλάνη και την πνευματική καταστροφή. Όλα  αυτά όμως εξαλείφονται με τη εξομολόγηση, την εξαγόρευση των λογισμών διότι  ξεσκεπάζουμε τις σκέψεις που μας υποβάλλει ο διάβολος. Η αποκάλυψις αυτή περιέχει ταπείνωση από την οποία ηττάται ο διάβολος21.  Και γι’ αυτό  απαιτείται μάλιστα τακτική εξομολόγηση διότι όπως έλεγε ο άγιος Παΐσιος ο αγιορείτης “όσο κρατάς ένα χαλασμένο πράγμα, τόσο χαλάει. Γιατί λοιπόν να αφήσεις να περάσουν ένας-δύο  μήνες, για να πας στον πνευματικό να εξομολογηθείς; Να πας το συντομότερο. Αν έχεις μια πληγή ανοιχτή, θα αφήσεις να περάσει ένας μήνας, για να την θεραπεύσεις;“22

Είναι δυνατόν ο Γέροντας,  ο πνευματικός, ο εξομολόγος, να ανταποκριθεί στη σύγχρονη εποχή που ζούμε  στο υψηλό λειτούργημά του; Άξιοι πνευματικοί και Γέροντες που έζησαν  όχι πριν αιώνες αλλά πριν μερικά χρόνια, και  ορισμένοι εξ ημών τούς γνωρίσαμε  και πήραμε την ευχή τους, όπως ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, ο άγιος Παΐσιος ο αγιορείτης, ο άγιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο άγιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ο άγιος Γεώργιος Καρσλίδης,  ο άγιος Ιάκωβος ο εν Ευβοία, ο άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, ο άγιος Νικόλαος ο Πλανάς, ο άγιος Παναγής ο Μπασιάς, ο άγιος Σάββας ο εν Καλύμνω, ο  άγιος Ευμένιος Σαριδάκης  αλλά και αναρίθμητοι άλλοι, φανεροί και αφανείς, ζώντες και κεκοιμημένοι, που πολλοί από εμάς έχουμε υπόψιν,  είναι τα απτά παραδείγματα, οι χειροπιαστές αποδείξεις   ότι όχι μόνο στα παλαιά χρόνια αλλά και στην εποχή μας, είναι δυνατόν ο πνευματικός πατέρας  να ανταποκριθεί στο έργο του, δηλαδή να δείχνει στον εξομολογούμενο, λόγω και έργω, το μονοπάτι της αγιότητας και  ομοίωσης με το Θεό. Εμείς οφείλουμε λοιπόν κατά το δυνατόν να τους μιμηθούμε και να τους αντιγράψουμε.

 

 

 

 

 

1Γέρων Ιωσήφ Βατοπαιδινός, “Ο χαρισματούχος υποτακτικός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης”, από τη σειρά “Ψυχωφελή Βατοπαιδινά”, των εκδόσεων της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.

2Γ. Κρουσταλάκη, Όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης. Ο θεολόγος και παιδαγωγός της ερήμου, Αθήνα 2020, σελ.90.

3Βλ.Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Εις Γένεσιν 7, PG 69,376D: “Ἐπειδή γάρ ὁ μονογενής τοῦ Θεοῦ Λόγος Θεός ὑπάρχων καί ἐκ Θεοῦ, κεκένωκεν ἑαυτόν, κατά τάς Γραφάς,καθείς ἐθελοντής εἰς ὃπερ οὐκ ἦν, καί τήν ἀδοξοτάτην ταύτην σάρκα ἠμπέσχετο, καί ἐν τῆ τοῦ δούλου μορφῆ πέφηνε, γεγονώς ὑπήκοος τῶ Θεῶ καί Πατρί μέχρι θανάτου”.

4Για το συγκεκριμένο θέμα βλ.Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, “Δούλος,  μισθωτός και ελεύθερος”. Ιδιοτέλεια και  ανιδιοτέλεια στην πνευματική  ζωή, στο  https://www.pemptousia.gr/2018/09/doulos–misthotos–ke–eleftheros–idiotelia–ke–anidiotelia–stin–pnevmatiki–zoi/

5Βλ. την ομιλία στο https://www.pemptousia.gr/video/o-akouon-imon-emou-akoui/

6Γ.Μαντζαρίδη, Ορθόδοξη πνευματική ζωή,  Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 67.

7Γέρων Ιωσήφ  Βατοπαιδινός, Νουθεσίες πρός μοναχούς, στο  https://www.youtube.com/watch?v=kKcjKJhTFlo

8Βλ. την ομιλία: Νουθεσίες προς μοναχούς 2,https://www.youtube.com/watch?v=q09oUjzcdSI

Βλ.και την ομιλία του Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανασίου, Άγιος Εφραίμ Κατουνακιώτης· ο Μάρτυς της Υπακοής, https://www.youtube.com/watch?v=vLxLcrfzTn4

9Ι. Καραβιδόπουλου, Ενότητα και διαιρέσεις μέσα στην Εκκλησία,https://www.pemptousia.gr/2018/07/enotita-ke-dieresis-mesa-stin-ekklisia/.  Βλ. επίσης Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, Μαρτυρία και παρουσία του Ιερέα σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται, στο https://www.pemptousia.gr/2021/07/martiria-ke-parousia-tou-ierea-se-enan-kosmo-pou-metavallete/

10Βλ.Λόγος προς Ποιμένα.

11Βλ.αναλυτικά Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, Αμαρτία: Ενοχή ή πένθος; Θεσσαλονίκη 2011,σελ.184εξ.

12Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ερμηνεία εις την προς Ρωμαίους Επιστολήν, PG 74, 789.Βλ.επίσης Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή, Αμαρτία: Ενοχή ή πένθος; Θεσσαλονίκη 2011,σελ.42εξ.

13 Ανθολόγιο Συμβουλών Γέροντος Πορφυρίου, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως Μήλεσι Αττικής.

14Βλ.Κλίμαξ, Περί διακρίσεως.

15Περισσότερα βλ.Πρωτοπρεσβυτέρου  Κωνσταντίνου Παπαθανασίου, Η διάκριση ως θεοδώρητο και θεοχαρίτωτο χάρισμα, στο www.vimaorthodoxias.gr/theologikos-logos-diafora/i-diakrisi-os-theodorito-kai-theocharitoto-charisma/

16Δ.Τσάμη, Εισαγωγή στην Πατερική Σκέψη, Θεσσαλονίκη 1990, σελ.357-358.

17Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος 2, PG 35,493Β.

18Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, Λόγος 2,PG 35,424C.

19Βλ.Κλίμαξ, Λόγος προς Ποιμένα.

20Επισκόπου Καλλίστου Ware, Η εντός ημών Βασιλεία, Μετάφραση Ιωσήφ Ροηλίδης, Αθήνα 2006, σελ.218.

21Βλ.Γέρων Ιωσήφ  Βατοπαιδινός, Υπακοή. Η υπακοή γίνεται για την αγάπη του Χριστού,https://www.youtube.com/watch?v=0Laip4L0pQ4    και επίσης την ομιλία:  Η εξομολόγηση είναι η έμπρακτη ταπεινοφροσύνη που ξεριζώνει τον διαβολο,  https://www.youtube.com/watch?v=deIMmaKvt1A

22Βλ.https://gerontesmas.com//category/γέροντες-της-εποχής-μας/άγιος-παΐσιος-ο-αγιορείτης/

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...