«Ἔρχονται φέροντες πρός αὐτόν παραλυτικόν αἰρόμενον ὑπό τεσσάρων» (Μαρκ. 2.3).
Δευτέρα Κυριακή τῶν Νηστειῶν καί ἡ Ἐκκλησία μας προβάλλει δύο θαύματα. Τό πρῶτο εἶναι τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ, πού μᾶς παρουσίασε ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή. Τῆς θεραπείας ἑνός ταλαιπώρου ἀνθρώπου, πού ἀφοῦ, προφανῶς, εἶχε δοκιμάσει νά θεραπευθεῖ μέ τά ἀνθρώπινα μέσα χωρίς ἀποτέλεσμα, ἔσπευσε νά ζητήσει τήν ἴαση ἀπό τόν Ἰησοῦ.
Τό δεύτερο θαῦμα εἶναι τό θαῦμα τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, τό ὁποῖο προβάλλει τιμώντας αὐτή τήν Κυριακή τή μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ θαυματουργοῦ.
Καί παρότι τά δύο θαύματα δέν φαίνεται νά συνδέονται μεταξύ τους, διότι σέ μία ἐπιπόλαιη προσέγγιση τό πρῶτο ἀφορᾶ τό σῶμα καί τό δεύτερο τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, στήν πραγματικότητα συνδέονται στενά. Διότι ἡ θεραπεία τοῦ παραλύτου πραγματώνεται μέ τούς λόγους τοῦ Ἰησοῦ: «Τέκνον ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Καί ἡ προσφώνηση αὐτή τοῦ Χριστοῦ πρός τόν παράλυτο δείχνει ὅτι καί αὐτός ἀπολαμβάνει τήν ἰδιότητα τοῦ τέκνου τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται διά τῆς προσευχῆς καί τῆς καθάρσεως τοῦ νοός νά δεχθεῖ τήν ἔλλαμψη τοῦ θείου φωτός.
Kι ἄν τό πρῶτο θαῦμα ἔγινε ἐφικτό, γιατί τέσσερις ἄνθρωποι σήκωσαν στά χέρια τό φορεῖο τοῦ παραλυτικοῦ καί ἄνοιξαν τή στέγη τοῦ σπιτιοῦ μέσα στό ὁποῖο βρισκόταν ὁ Χριστός γιά νά τόν φέρουν ἐνώπιόν του, καταβάλοντας ὑπεράνθρωπη δηλαδή προσπάθεια, ἀνάλογη προσπάθεια ἀπαιτεῖ καί τό δεύτερο θαῦμα, τό θαῦμα τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου.