«Πρό αἰώνων κεκαλυμμένον μυστήριον ἐπ᾽ ἐσχάτων ἐφανέρωσεν ἡ φρικτή σου μεταμόρφωσις».
Αὐτό τό «κεκαλυμμένο μυστήριο» τῆς θεότητος τοῦ Ἰησοῦ ἀποκαλύπτει ἡ σημερινή ἑορτή ὄχι μόνο στούς τρεῖς μαθητές τοῦ Κυρίου, τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη, πού τόν συνόδευσαν στό ὄρος Θαβώρ ἀλλά καί σέ ὅλους ἐμᾶς πού τιμοῦμε καί πανηγυρίζουμε τή μεγάλη αὐτή δεσποτική ἑορτή τῆς θείας Μεταμορφώσεως.
Σήμερα ἀποκαλύπτεται τό μυστήριο τῆς θεότητος τοῦ Θεανθρώπου, ὁ ὁποῖος συγκαταβαίνοντας στήν ἀδυναμία μας κάλυψε τή δόξα καί τή λάμψη τῆς θεότητός του μέ τό ἔνδυμα τῆς ἀνθρώπινης σάρκας, γιά νά μπορέσουμε νά τόν δοῦμε καί νά τόν πλησιάσουμε.
Δέν θέλησε ὅμως νά μᾶς στερήσει τή δυνατότητα νά δοῦμε καί ποιός ὄντως εἶναι αὐτός πού μᾶς καλεῖ νά τόν πιστεύσουμε καί νά τόν ἀκολουθήσουμε. Δέν θέλησε νά μᾶς στερήσει τή δυνατότητα νά λάβουμε μία πρόγευση αὐτῶν πού ὑπόσχεται ὅτι μᾶς περιμένουν στήν οὐράνια βασιλεία του.
Ταυτόχρονα ὅμως μέ τό μυστήριο τῆς θεότητος τοῦ Θεανθρώπου ἀποκαλύπτεται στό ὄρος Θαβώρ καί τό μυστήριο τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, τῆς δυνατότητος δηλαδή πού μᾶς προσφέρει ὁ Θεός νά γίνουμε θεοί κατά χάριν.
Αἰῶνες πρίν εἶχε ζητήσει ὁ Μωυσῆς ἀπό τόν Θεό νά δεῖ τό πρόσωπό του, καί Ἐκεῖνος τό εἶχε ἀρνηθεῖ, λέγοντας πώς δέν εἶναι δυνατό νά δεῖ ἄνθρωπος τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καί νά ζήσει. Καί τώρα ὁ Ἰησοῦς παίρνει μαζί του τούς προκρίτους τῶν μαθητῶν, γιά νά τούς δείξει αὐτό πού κανένας ἄνθρωπος δέν εἶχε δεῖ μέχρι τότε, γιά νά τούς δείξει τό φῶς καί τήν αἴγλη τοῦ θείου προσώπου του.
Ὁ Χριστός ἀποκαλύπτει τή θεία του φύση μέσα ἀπό τή λάμψη τῆς θείας ἐνεργείας, τοῦ φωτός δηλαδή πού καταυγάζει τόν ἴδιο καί τούς μαθητές του, γιατί δέν μπορεῖ νά τούς δείξει τή θεία οὐσία του. Ὄχι βέβαια γιατί ὁ ἴδιος δέν μπορεῖ, ἀλλά γιατί οἱ μαθητές του δέν εἶναι σέ θέση νά τήν ἀντιληφθοῦν καί νά τήν κατανοήσουν. Kαί δέν μποροῦν, γιατί ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, οἱ ἄνθρωποι μποροῦμε νά δοῦμε καί νά κατανοήσουμε μόνο ἐκεῖνα γιά τά ὁποῖα ἔχουμε παραστάσεις ἀπό τόν φυσικό κόσμο, μποροῦμε νά τά συγκρίνουμε μέ κάτι γνωστό καί ἔτσι νά συνειδητοποιήσουμε τήν ὕπαρξή τους. Ὅμως ὁ Θεός δέν ἔχει κάτι ὅμοιό του στόν ὑλικό μας κόσμο, καί ἔτσι δέν εἶναι δυνατό νά γίνει ἀντιληπτός καί κατανοητός ἀπό τούς ἀνθρώπους μέ τά αἰσθητήρια ἤ τά φυσικά μέσα πού διαθέτουμε, γι’ αὐτό καί τόν ὀνομάζουμε ἀπερίγραπτο καί ἀπρόσιτο καί ἀκατάληπτο. Τό μόνο πού μποροῦμε ἐν μέρει νά κατανοήσουμε ἀπό τόν Θεό, καί αὐτό γιατί μποροῦμε νά τό παρομοιάσουμε μέ τό φυσικό φῶς, ἄν καί ὡς πρός τήν φύση καί τήν οὐσία του δέν ἔχει καμία σχέση μέ αὐτό, εἶναι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, ἄκτιστες καί ἀδημιούργητες καί αὐτές, ὅπως καί Θεός, πού ἀπορρέουν ἀπό τή θεία του φύση, ὅπως τό φυσικό φῶς ἀπό τόν ἥλιο.
Tέτοιο ἦταν καί τό ἄκτιστο φῶς πού εἶδαν οἱ μαθητές κατά τή μεταμόρφωση τοῦ Xριστοῦ, φῶς ὄχι ὑλικό ἀλλά ὑπερκόσμιο. Φῶς πού τούς ἐπέτρεψε νά δοῦν ἔστω καί λίγο τό μεγαλεῖο τοῦ θείου προσώπου. Φῶς πού τούς ἐπέτρεψε νά κατανοήσουν τί μπορεῖ νά ζήσει ὁ ἄνθρωπος πού ἀγωνίζεται σ’ αὐτή τή ζωή νά προσεγγίσει τό «καθ’ ὁμοίωσιν», γιά τό ὁποῖο μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός, ἀλλά καί τί πρόκειται νά ἀπολαύσουν, ὅπως εἴπαμε, ὅσοι ἀξιωθοῦν νά βρεθοῦν «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» μέ τόν Xριστό στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Xριστός δέν ἐπιλέγει τυχαῖα τό ὄρος Θαβώρ γιά νά ἀποκαλύψει τό μυστήριο τῆς θεότητός του ἀλλά καί τῆς θεώσεως στούς μαθητές του. Τό ἐπιλέγει, ὅπως γράφει ὁ ἱερός ὑμνογράφος, γιά νά μᾶς διδάξει ὅτι ὅσοι ἐπιθυμοῦμε τή δόξα πού Ἐκεῖνος χαρίζει, πρέπει νά ἀπομακρυνθοῦμε ὄχι τοπικά ἀλλά οὐσιαστικά ἀπό τά γήινα καί τά ὑλικά, πρέπει νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τόν παλαιό ἄνθρωπο πού φέρουμε μέσα μας καί νά ἀνεβοῦμε μέ τόν προσωπικό μας ἀγώνα γιά τήν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν στό δικό μας Θαβώρ καί νά ζήσουμε ἐκεῖ «τήν καλήν ἀλλοίωσιν» τῆς θείας χάριτος.
Aὐτήν τήν ἐμπειρία καί τή χάρη εὔχομαι νά ἀξιωθοῦμε νά ζήσουμε ὅλοι μας διά πρεσβειῶν τῶν μαθητῶν τοῦ Xριστοῦ πού ἔζησαν τό θαῦμα τῆς θείας Μεταμορφώσεως στό ὄρος Θαβώρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.