Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Κυριακή Β΄ Ματθαίου: «... ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις.»


Το Αποστολικό Ανάγνωσμα της σημερινής Κυριακής, αγαπητοί μου αδελφοί, προέρχεται από την προς τους Ρωμαίους χριστιανούς επιστολή του Αποστόλου των Εθνών Παύλου. Αποτελεί δε ένα από τα χαρακτηριστικότερα χωρία της επιστολής του Πρωτοκορυφαίου Αποστόλου που δίνει απάντηση σε ένα ερωτήματα που απασχολούσε και απασχολεί μέχρι τις μέρες μας αρκετούς από τους αδελφούς μας και το οποίο θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε κι εμείς στη συνέχεια, αφού πρώτα ξανακούσουμε στην καθημερινή μας γλώσσα το περιεχόμενο του ιερού αναγνώσματος.

Γράφει λοιπόν ο Άγιος Παύλος: «Αδελφοί μου, δόξα, τιμή και ειρήνη προσμένουν όποιον κάνει το καλό, τον Ιουδαίο αλλά και τον εθνικό· γιατί ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις. Έτσι, λοιπόν, όσοι αμάρτησαν χωρίς να ξέρουν το νόμο του Θεού, θα καταδικαστούν όχι με κριτήριο το νόμο. Κι από την άλλη, όσοι αμάρτησαν γνωρίζοντας το νόμο, θα δικαστούν με κριτήριο το νόμο. Γιατί στο θεϊκό δικαστήριο δεν δικαιώνονται όσοι άκουσαν απλώς το νόμο, αλλά μόνο όσοι τήρησαν το νόμο. Όσο για τα άλλα έθνη, που δεν γνωρίζουν το νόμο, πολλές φορές κάνουν από μόνοι τους αυτό που απαιτεί ο νόμος. Αυτό δείχνει πως, αν και δεν τους δόθηκε ο νόμος, μέσα τους υπάρχει νόμος. Η διαγωγή τους φανερώνει πως οι εντολές του νόμου είναι γραμμένες στις καρδιές τους· και σ’ αυτό συμφωνεί και η συνείδησή τους, που η φωνή της τους τύπτει ή τους επαινεί, ανάλογα με τη διαγωγή τους. Όλα αυτά θα γίνουν την ημέρα που ο Θεός θα κρίνει διά του Ιησού Χριστού τις κρυφές σκέψεις των ανθρώπων, όπως λέει το ευαγγέλιό μου»(Ρωμαίους, κεφ. 2, στίχ. 10-16).
Είχε δημιουργηθεί στο πέρασμα των αιώνων, η λανθασμένη αντίληψη στους Εβραίους, πως αυτοί και μόνο δικαιούνται τη Βασιλεία του Θεού, ως «εκλεκτός» λαός Του. Έτσι αντιμετώπιζαν με υπεροψία όλους τους άλλους ανθρώπους, καλλιεργώντας για τον εαυτό τους, την ψευδαίσθηση μιας «ανωτερότητας» που σαν κριτήριό της δεν είχε την αρετή, αλλά τη φυλετική καταγωγή, κάτι που δυστυχώς επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας ως αντίληψη και σε κάποιους Έλληνες Ορθόδοξους Χριστιανούς, που πιστεύουν λανθασμένα πως η ελληνική μας καταγωγή, μας καθιστά κάτι σαν «νέο εκλεκτό λαό» του Θεού. Ενός Θεού, που οφείλει να κάνει τα πάντα για μας· να μας συντρέχει, να μας προστατεύει, να μας θάλπει, να μας υποστηρίζει, να μας βγάζει από «κρίσεις», να μας ελευθερώνει από αδιέξοδα, να μας απομακρύνει από θλίψεις, να μας γεμίζει χαρές, να μας δίνει υγεία, να μας βρίσκει δουλειά, να εξασφαλίζει καλές τύχες στα παιδιά και τα εγγόνια μας, να μας δίνει πλούτη και αγαθά,... ακόμα και να υποτάσσει στην «παντοδυναμία» μας «πάντα τα βάρβαρα έθνη», να εξαπολύει πολέμους, καταστροφές και δεινά στους εχθρούς μας, να μας χαρίζει άκοπα θριάμβους, νίκες και «Βασιλεύουσες»... χωρίς εμείς να έχουμε σχεδόν καμιά υποχρέωση απέναντι στην αγάπη και εύνοιά Του. Πόσο μακριά από την αλήθεια του Ευαγγελίου βρισκόμαστε;
Μια αλήθεια που με ξεκάθαρο τρόπο καταθέτει στο παραπάνω χωρίο ο Απόστολος των Εθνών Παύλος, όταν καίτοι Ιουδαίος ο ίδιος, γράφει κάτι που σίγουρα δεν ακουγόταν ευχάριστα στα αυτιά των ομοεθνών του την εποχή εκείνη: «... δόξα, τιμή και ειρήνη προσμένουν όποιον κάνει το καλό, τον Ιουδαίο αλλά και τον εθνικό· γιατί ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις». Δεν κάνει διακρίσεις γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι εξ’ ίσου πλάσματα και παιδιά Του. «Πάντες γάρ υἱοί Θεοῦ ἐστε ... οὐκ ἔνι Ἰουδαίος οὐδέ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ· πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», θα διακηρύξει στην προς τους Γαλάτες επιστολή του ο διδάσκαλος της αληθείας Παύλος.
Μια αληθεία που και ο ίδιος σίγουρα αγνοούσε όταν κι εκείνος υπήρξε «νήπιος», «δεδουλωμένος υπό τα στοιχεία του κόσμου» και ίσως το φανατισμό που του ενέπνεε η καταγωγή και η παιδεία του. Όταν όμως η Χάρις του Θεού τον έφερε μέσα στο φως «... τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», όταν ήρθε αντιμέτωπος με την αλήθεια της τέλειας και απόλυτης αγάπης του Θεού, αυτής που δεν κάνει διακρίσεις, δεν διαχωρίζει τους ανθρώπους σε κατηγορίες και σε τάξεις, σε φυλές και σε έθνη, ούτε καν σε φύλα και ηλικίες, συνειδητοποίησε πως η αντίθετη πεποίθηση αποτελεί ένδειξη «πνευματικής πενίας» και όχι πραγματικής και υγειούς πνευματικότητος. Με άλλα λόγια, όσο πιο πνευματικός, όσο πιο ενάρετος καθίσταται ο άνθρωπος του Θεού, τόσο περισσότερο αποδεσμεύεται από τα «γήινα», από όσα η ανθρώπινη πτώση και απομάκρυνση από το Δημιουργό προκάλεσε στη φύση και τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η καρδιά του πλαταίνει, αγκαλιάζει όλο τον κόσμο, χωρεί τους πάντες και τα πάντα κι έτσι μιμείται την τέλεια και αδιάκριτη αγάπη του Θεού που όπως ειπώθηκε «δεν κάνει διακρίσεις».
Γι’ αυτό αδελφοί μου, στον Χριστιανισμό και ιδιαίτερα στην Ορθοδοξία μας που αποτελεί την πλέον καθαρή και ανόθευτη μορφή του, δεν χωράει η ξενοφοβία και ο ρατσισμός. Γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει «ξένος», υπάρχει μόνον «πλησίον», αυτόν που οφείλουμε να αγαπήσουμε με την ίδια ζέση και την ίδια ένταση με την οποία υποτίθεται πως αγαπούμε τον κοινό Πατέρα όλου του κόσμου, τον Θεό. Αμήν.

αρχιμ.Διονύσιος Ανθόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...