«Ὁ Θεός ἡμᾶς τούς
ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ
κόσμῳ καί ἀγγέλοις καί ἀνθρώποις» (1 Κορ. 4.9).
Ἀσυνήθιστα ἠχοῦν τά
λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρός τούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου, πού ἀκούσαμε
στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Ἀσυνήθιστα καί ἴσως δυσνόητα γιά
κάποιον πού δέν ἀντιλαμβάνεται τό νόημα τῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ, τό νόημα τῆς ἐν
Χριστῷ ζωῆς. Ὄχι ὅμως γιά τόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο πού ζεῖ αὐτή τήν ζωή
καί πού μπορεῖ νά ὁμολογεῖ «Χριστῷ συνεσταύρωμαι ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ ζῇ δέ
ἐν ἐμοί Χριστός».
Ἡ ταύτιση τοῦ ἀποστόλου
μέ τόν Χριστό δέν ἀρχίζει ἀπό τό ἐπίπεδο τῆς ἀναστάσεως, ἀρχίζει ἀπό τό
ἐπίπεδο τοῦ σταυροῦ. Ἀρχίζει ἀπό τό ἐπίπεδο τῆς ἄκρας ταπεινώσεως, τῆς
ἐξουδενώσεως τοῦ ἐγώ, τῆς ὑπάρξεως, τῆς θελήσεως καί τῆς ἐπιθυμίας. Ἀρχίζει
ἀπό τό ἐπίπεδο τῆς καταργήσεως τῆς λογικῆς καί τῆς ἐμπιστοσύνης στόν ἑαυτό
του. Ἀρχίζει ἀπό τό ἐπίπεδο τῆς νεκρώσεως τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Καί ἐπάνω σέ
αὐτό τό θεμέλιο, γιά τό ὁποῖο συνεχίζει νά ἀγωνίζεται διά βίου, οἰκοδομεῖ μέ
τή χάρη τοῦ Θεοῦ τήν ταύτιση τῆς ζωῆς του μέ τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, πού φθάνει
μέχρι τήν ἀνάσταση, πού φθάνει μέχρι τήν ἀναγεννητική τῆς ψυχῆς καί τοῦ
σώματος μίμηση τοῦ Χριστοῦ, πού φθάνει μέχρι τήν διά τῆς ἀγάπης ἀλληλοπεριχώρηση
τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό, ὥστε νά διακηρύττει ὁ μέγας ἀπόστολος «ἐπιθυμῶ
ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι», ἀλλά καί νά ἀξιώνεται νά γίνεται θεατής «εἴτε
ἐν σώματι εἴτε ἐκτός σώματος» τῶν ἀπορρήτων μυστηρίων τοῦ οὐρανοῦ.
Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή πού
ζεῖ ὁ ἀπόστολος καί κατ᾽ ἐπέκταση κάθε πιστός πού ἀκολουθεῖ τήν προτροπή του
καί γίνεται μιμητής τῆς ζωῆς του, ἀκροβατεῖ μεταξύ ζωῆς καί θανάτου, ἀκροβατεῖ
μεταξύ λογικοῦ καί παραλόγου, ἀκροβατεῖ μεταξύ μωρίας καί σοφίας.
Γιατί ὅποιος κρίνει
τή ζωή τοῦ πιστοῦ μέ κριτήριο τή λογική τοῦ κόσμου, τή θεωρεῖ νέκρωση, τή
θεωρεῖ ἔκφραση παραλογισμοῦ καί μωρίας.
Ὅμως ἡ ὑποκειμενική
κρίση τοῦ κόσμου δέν ἔχει καμία σχέση μέ τήν ἀληθινή κρίση τοῦ Θεοῦ· γι᾽ αὐτό
καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν διστάζει νά γράψει πρός τούς Κορινθίους: «Ὁ Θεός
ἡμᾶς τούς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν
τῷ κόσμῳ καί ἀγγέλοις καί ἀνθρώποις».
Καί τό γράφει γιά
νά τούς διδάξει αὐτή τή μεγάλη ἀλήθεια. Καί τό γράφει γιά νά μήν ἀποροῦν, ὅταν
θά βλέπουν ἤ θά ἀντιμετωπίζουν παρόμοιες ἀντιδράσεις τῶν ἀνθρώπων πού
δέν γνωρίζουν τόν Χριστό ἤ ζοῦν μακριά του. Τούς τό γράφει, γιά νά ἀναγνωρίζουν
μέ αὐτό τό κριτήριο τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ, πού συχνά χαρακτηρίσθηκαν ὡς σαλοί
ἀπό τούς ἀνθρώπους, πού συχνά συκοφαντήθηκαν καί χλευάσθηκαν γιά τόν
τρόπο ζωῆς πού ἐπέλεξαν, πού συχνά κατηγορήθηκαν γιατί ἐγκατέλειψαν τίς
ἀνέσεις τοῦ κόσμου, γιά νά ζήσουν «ἐν ὄρεσι καί σπηλαίοις καί ταῖς ὀπαῖς τῆς
γῆς».
Τούς τό γράφει,
ἀπευθυνόμενος καί πρός ἐμᾶς, τούς χριστιανούς τοῦ 21ου αἰῶνος, γιά νά μήν
ἀποροῦμε γιά τίς ἐπιλογές τῶν ἁγίων καί τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά καί γιά νά μήν
ἀπογοητευόμεθα, ὅταν καλούμεθα νά ἀντιμετωπίσουμε δυσκολίες καί δοκιμασίες,
ὅταν κάποιοι μᾶς χλευάζουν γιά τήν πίστη μας στόν Χριστό, γιά τόν σύνδεσμό μας
μέ τήν Ἐκκλησία καί τή λειτουργική καί μυστηριακή ζωή, ἐπιδιώκοντας νά
ψυχράνουν τήν ἀγάπη μας πρός τόν Θεό καί νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό αὐτόν.
Δέν θά πρέπει ὅμως
νά πτοούμεθα, ἀλλά νά ὑπομένουμε, διότι οἱ θλίψεις καί οἱ δοκιμασίες μᾶς
ἀσκοῦν στήν ὑπομονή, καί ἡ ὑπομονή εἶναι αὐτή πού μᾶς βοηθᾶ νά φθάσουμε μέ τή
χάρη τοῦ Θεοῦ στή σωτηρία, σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου ὅτι «ὁ ὑπομείνας εἰς
τέλος σωθήσεται», ἀκολουθώντας τό παράδειγμα τῶν ἀποστόλων καί ἰδιαιτέρως τοῦ
πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου πού ὑπέμενε μέ καρτερία καί δοκιμασίες καί
διωγμούς καί τίς ταλαιπωρίες τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου, ὥστε νά ἔχουμε καί
ἐκείνους, μαζί μέ τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τῆς ὁποίας χθές ἑορτάσαμε τήν Κοίμηση
καί τήν εἰς οὐρανούς μετάβαση, πρεσβευτές στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία
μας.
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.